bigstock-Old-wooden-jetty-pier-during-66403051

Η ζωή έχει και τις μεγάλες καταιγίδες της

Της Χρύσως Αντωνιάδου

Κάθε μέρα και μια ανατροπή για να μας κάμνει πιο δυνατούς

Ακούω και βλέπω την πίκρα των ανθρώπων στα πρόσωπά τους

«Μάης άβροχος, μούστος άμετρος», λέει κι η παροιμία. Η μεγάλη καταιγίδα της περασμένης Τρίτης που έριξε χαλάζι και κατέστρεψε σοδιές και σπαρτά, φρούτα και κόπους, έπεσε έτσι ξαφνικά χωρίς προειδοποίηση, όπως το τσουνάμι του «κουρέματος» τον Μάρτιο του 2013. Ίσως ένα προμήνυμα πως ακόμη κι ο καιρός … θυμώνει και εξοργίζεται με όλα όσα βλέπει γύρω του, και πάρα πέρα, εδώ στην Κύπρο.
Όχι, βέβαια, πως θα πάρουμε κανένα μήνυμα. Ούτε ο καιρός μάς δίνει μηνύματα, ούτε οι εξελίξεις, ούτε οι άνθρωποι, ούτε κανένας. Εμείς στην κοσμάρα μας, και με το δίκαιο μας, τι να πρωτοθυμηθούμε και τι να πρωτοζήσουμε ξανά; Κάθε μέρα και μια ανατροπή, στον τόπο μας, στη ζωή μας, στη γειτονιά μας, στην οικογένειά μας.

Μετά το τσουνάμι η ηρεμία

Κι η ζωή συνεχίζεται με τα πάνω και τα κάτω μας, με τις ανησυχίες, τους φόβους, τις τύψεις και ακόμη και τις χαρές μας.
Σκέφτομαι πως μετά από μια μεγάλη καταιγίδα, μια καταστροφή, έρχεται η νηνεμία, η ηρεμία. Βγαίνω στον κήπο και αντικρίζω την καταστροφή. Σαν και να πέρασε ο Τυφώνας Κατρίνα. Ούτε ένα λουλούδι για δείγμα, ούτε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο, απ’ αυτά τα μεγάλα που ο Στέλιος τα …πόμπαρε στις βιταμίνες, σαν τα μωρά για να μεγαλώσουν.
Ούτε μια πετούνια, ένα γαρύφαλλο, έστω μια μαργαρίτα. Τα αυλάκια πλημμύρισαν, ο μεγάλος πεύκος …καθάρισε στις βεράντες του σπιτιού μου και εγώ να μυρίζομαι το χώμα, την καθαρή ατμόσφαιρα και το κρύο αεράκι και να είμαι ικανοποιημένη.
Συλλογίζομαι πως δεν μας έμειναν και πολλά για να χαιρόμαστε γύρω μας. Οι καλοί φίλοι έγιναν μετρημένοι, οι ανόθευτοι άνθρωποι, ίσως ακόμη με ερωτηματικό δυσεύρετοι, οι αυθεντικοί ακόμη τους ψάχνουμε.

Στην κλούβα τους

Ακούω, βλέπω και αγγίζω την πίκρα των ανθρώπων, την απογοήτευση στα πρόσωπά τους, τη θλίψη, λες και είναι το τέλος του κόσμου. Γνωστοί και δήθεν γνωστοί μπήκαν στο καβούκι τους, στην κλούβα των δικών τους υποθέσεων, των δικών τους ανασφαλειών και των δικών τους θεμάτων. Καρφί δεν τους καίγεται για τον φίλο και τον γνωστό!
Και στο τέλος της ημέρας γιατί να τους καίγεται; Mήπως έχουν καμιά εταιρεία μαζί, κανένα οικονομικό και πολιτικό συμφέρον, ή περιμένουν να τους δώσουν καμιά προαγωγή;
Τελικά άρχισα να βασανίζω και εγώ το μυαλό μου, που πάει να σπάσει από τους πολλούς πονοκεφάλους τώρα τελευταία, ότι θα πρέπει να αφήσω τα περί …σωτηρίας της πατρίδας και του κόσμου και να ρίξω τις προσπάθειές μου στα δικά μου και τα της σωτηρίας της ψυχής μου!
«Όνειρα θερινής νυκτός!», θα σκεφτεί η Λουίζα που θα διαβάζει το κείμενο, θα του βάλει ένα τελευταίο touch, στη γνωστή διαδικασία της διόρθωσης και θα μου στείλει με sms τα σχόλια της. Η Σκεύη που περιμένει κάθε βδομάδα τις «Ανθρώπινες Στιγμές» για να κλείσει τη σελίδα και να ανασάνει από το βάρος της, – άλλη μια σελίδα πάει – θα σκέφτεται πως αυτή πάει, τα έπαιξε!

Ο καθένας ας σωθεί!

«Ο σώζων εαυτόν σωθήτω!», απάντησε το Μαντείο των Δελφών στους Αθηναίους, δίνοντάς τους τον λακωνικό χρησμό για το τι θα ακολουθούσε στην εκστρατεία κατά των Περσών.
Εκεί, λοιπόν, που κάμνω τέσσερις δουλειές ταυτόχρονα – παρακολουθώ τα emails, γράφω το άρθρο μου, ετοιμάζω μια οικονομική ενημέρωση κι ακούω και τη Χριστίνα να παλεύει με τα αιθέρια έλαια – εκεί που τα μάτια μου με πονούν και η κόπωση μού γονατίζει το σώμα, σκέφτομαι πως ίσως και να βρήκα την καλή.
Οι καριέρες έχουν κάνει τον κύκλο τους, οι μεγάλες πιέσεις μπορεί και να είναι παρελθόν, και εκείνο που απομένει είναι μόνο οι δουλειές που με ευχαριστούν – όχι πάντα – για να βγάζω τα προς το ζην και να απολαμβάνω τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής μου.
«Nαι! Σε πήραν τα χρόνια!», θα λέει και η Ελένη που έχει την εντύπωση πως έμεινα …παιδούλα και εγώ να προσπαθώ να της εξηγήσω πως, ναι είμαι μια αιώνια έφηβη, η ψυχή μπορεί να θέλει αλλά η σαρξ ασθενεί.
Ένας γνωστός μου με διδακτορικό και εμπειρίες στο εξωτερικό ψάχνει για δουλειές. Δύσκολα τα πράματα. Μήπως έχει να δώσει κανένα ευρώ ή να κάμει καμιά εκδούλευση σε κανέναν; Αν είχαν κάτι να κερδίσουν, θα έτρεχαν ολοταχώς.
Εκεί, λοιπόν, που το μυαλό μου φαίνεται πως τα παίζει, για να είμαι ειλικρινής το φόρτωσα με χίλια δυο θέματα τώρα τελευταία, καταλαβαίνω πως δεν αξίζει τον κόπο να ασχολούμαι με το πώς και γιατί να σώσω τον κόσμο. Τη φίλη, τον φίλο, τη γειτόνισσα, τη φίλη της φίλης, τον γνωστό του γνωστού και τον αδελφό της κολλητής της αδελφής μου.
Γι’ αυτό και τα έπαιξα! Ακολουθώντας πάντα τη μεγάλη βλακεία «κάνε το καλό και ρίξε το στον γιαλό» χαλάω κάθε μέρα την καλή μου και στοιβάζομαι τα θέματα της κοινωνίας.

Έτσι είναι η ζωή

Ποια κοινωνία; Μα αυτή βρίσκεται σε ώρα μηδέν! Ουδείς μπορεί να τη σώσει, και όπως την οικονομία πάει προς τον βούρκο.
Ανοίγω το παράθυρο του γραφείου μου και μυρίζομαι το χώμα μετά τη μεγάλη καταιγίδα. Ανανέωση, ανάσταση, νέα ζωή. Μετά το τσουνάμι ηρεμία. Η Μαρία μού λέει πως το χαλάζι διάλυσε τους καρπούς στα χωράφια, τα πάντα, και ξανά πάλι από την αρχή. Το φιλοσόφησε το θέμα, και παρά τους μεγάλους κόπους του συζύγου και του γιου της, που έδωσαν όπως κάθε χρονιά τα πάντα για εκείνα τα χωράφια, είναι αισιόδοξη. «Έτσι είναι η ζωή, υπάρχουν και οι αναποδιές και πρέπει να είμαστε έτοιμοι να τις αντιμετωπίσουμε. Υγεία!».
Ακούω το γνωστό σταμάτημα του της μοτοσυκλέτας του Ταχυδρόμου. Μια δέσμη φακέλων απλώνεται μπροστά μου. Ηλεκτρισμός, υδατοπρομήθεια, τηλέφωνα, φορολογίες, άδεια … κυκλοφορίας του Σνούπυ και πάει λέγοντας…
Το συνήθισα. Ζούμε για να πληρώνουμε το σύστημα, τους ελέγχοντες το σύστημα κι όλους αυτούς που έβαλαν το λιθαράκι τους για την τελική καταστροφή.
Ξεσηκώνω μια φράση αγνώστου πατρός από το διαδίκτυο, που μου αναπτερώνει το ηθικό και γίνεται βάλσαμο για να συνεχίσω: «Η ζωή είναι σαν ένα πιάνο. Τα άσπρα πλήκτρα αντιπροσωπεύουν την ευτυχία και τα μαύρα πλήκτρα αντιπροσωπεύουν τη δυστυχία. Αλλά θυμήσου, καθώς προχωράς στη ζωή τα μαύρα πλήκτρα παράγουν επίσης μουσική».