Η Τράπεζα Κύπρου επί ξυρού ακμής
• Μεγάλη η έκθεση στην αγορά οικιστικών ακινήτων
• Μεγάλες οι προσδοκίες για τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας – ρευστότητα
• Αβεβαιότητα για νέα μνημονιακά μέτρα – πιθανόν αρνητικές επιπτώσεις
• Στάση αναμονής για τυχόν ανάγκη άντλησης πρόσθετων κεφαλαίων
• Οι υποβαθμίσεις «χτυπούν» το κόστος δανεισμού και την πρόσβασή της σε ρευστότητα
• Υπό τον σφικτό κλοιό των Κεντρικών Τραπεζών και του ELA γι’ άντληση ρευστότητας.
Η Τράπεζα Κύπρου ακροβατεί επί ξυρού ακμής μετά τις καταστροφικές αποφάσεις του eurogroup του 2013, την εξυγίανση και αναδιάρθρωση του χρηματοπιστωτικού συστήματος της Κύπρου.
«Φορτωμένοι» με μεγάλο αριθμό Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων, την πρώην Λαϊκή Τράπεζα, τις υποχρεώσεις και τον ELA της αλλά και τα λάθη και τις παραλείψεις των πρώην, ο Τζον Χούρικαν και η ομάδα του δίνουν μάχη με τον χρόνο για να στήσουν μια νέα Τράπεζα, διαχειριζόμενοι όλα όσα τους κληρονόμησαν.
Η επιστροφή της μετοχής της Τράπεζας στα ταμπλό των Χρηματιστηρίων, στις ή γύρω στις 16 Δεκεμβρίου 2014, ανοίγει μια νέα σελίδα κι αποτελεί ένα πρόσθετο «πείραμα» για το «Κοινό Κυπρίων». Θα τα καταφέρει να εξέλθει με επιτυχία, χτίζοντας την επόμενη μέρα; Ποιες είναι οι προκλήσεις και τα μεγάλα αγκάθια που βρίσκει στον δρόμο της και πόσο επηρεάζει τη νέα σελίδα που γράφεται για το Συγκρότημα η κατάσταση στο χρηματοοικονομικό περιβάλλον της Κύπρου, οι απαιτήσεις που ζητούνται, οι εξελίξεις εντός και εκτός και τα βάρη που έχει να διαχειριστεί;
Το ίδιο το Συγκρότημα, στο πλαίσιο της πλήρους διαφάνειας και σύμφωνα με όλες τις υποχρεώσεις που απορρέουν από τις νομοθεσίες και τους κανονισμούς, δίνει μια πλήρη εικόνα για την κατάσταση της Τράπεζας και όλα τα ζητήματα που επιβάλλεται να διαχειριστεί, εντός και εκτός, ώστε να πετύχει την επαναφορά της εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα και στον ίδιον τον οργανισμό.
Σύμφωνα με το ενημερωτικό δελτίο που ετοιμάστηκε ενόψει της εισαγωγής των Μετοχών της Δημόσιας Προσφοράς στις ή γύρω στις 14 Ιανουαρίου 2015 και με το οποίο η Τράπεζα αναλαμβάνει την πλήρη ευθύνη για τις πληροφορίες που περιέχονται σε αυτό, το Συγκρότημα βρίσκεται ενώπιον σημαντικών προκλήσεων.
Ενώπιον σοβαρών θεμάτων
Σύμφωνα με τις λεπτομερείς πληροφορίες που κοινοποιούνται, ανάμεσα στις σημαντικότερες προκλήσεις είναι:
Πρώτο, η εφαρμογή ενός πιο απαιτητικού και περιοριστικού πλαισίου κανονισμών, που αφορούν στους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, τη ρευστότητα και άλλα, και που μπορεί να οδηγήσουν σε περαιτέρω ανάγκη για πρόσθετη κεφαλαιακή ενίσχυση.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της, η Τράπεζα δεν είναι σε θέση να διαβεβαιώσει ότι μπορεί να αυξήσει το κεφάλαιό της, και «οποιαδήποτε αδυναμία της να αυξήσει το κεφάλαιο που απαιτείται μπορεί να επιφέρει σημαντικές δυσμενείς επιπτώσεις στη φήμη, την οικονομική της κατάσταση και τα λειτουργικά της αποτελέσματα».
Δεύτερο, η υλοποίηση, οι όροι και οι απαιτήσεις του Μνημονίου Συναντίληψης και άλλες ενέργειες που συνδέονται με τη διαχείριση της οικονομικής κρίσης από την Κυβέρνηση και που χαρακτηρίζονται ως αβέβαιες, πιθανόν να προκαλέσουν αρνητικά αποτελέσματα ή να έχουν αρνητικές επιπτώσεις στην Τράπεζα. Αναφέρεται χαρακτηριστικά πως σε περίπτωση που υπάρξει αδυναμία στην εφαρμογή των απαιτήσεων του Μνημονίου ή εάν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν φέρουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα, είναι πιθανή μια περαιτέρω υποβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Κύπρου με συγκεκριμένες επιπτώσεις στο Συγκρότημα. Ανάμεσα σε αυτές είναι η αύξηση του κόστους χρηματοδότησης της Κύπρου με περαιτέρω αρνητικές επιπτώσεις στο κόστος χρηματοδότησης και στις αξιολογήσεις πιστοληπτικής ικανότητας των κυπριακών τραπεζών.
Επίσης, μια ενδεχόμενη υποβάθμιση των τραπεζών θα μπορούσε να αυξήσει το κόστος χρηματοδότησης και ενδεχόμενα να αποκλείσει την Τράπεζα από τις ιδιωτικές πηγές χρηματοδότησης.
Τρίτο, η εξάρτηση από τη χρηματοδότηση των Κεντρικών Τραπεζών (ΕΚΤ και ELA) για σκοπούς ρευστότητας και ενδεχόμενες δυσκολίες στην άντληση ρευστότητας μέσω των παραδοσιακών πηγών χρηματοδότησης, θα μπορούσαν να επηρεάσουν τη δυνατότητα του Συγκροτήματος να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του.
Τέταρτο, η οποιαδήποτε ουσιαστική μείωση των καταθέσεων των πελατών, ιδιαίτερα των καταθέσεων της λιανικής τραπεζικής, θα μπορούσε να επηρεάσει τη χρηματοδότηση του Συγκροτήματος. Δεν μπορεί να υπάρξει καμιά διαβεβαίωση πως η άρση των περιοριστικών μέτρων διακίνησης κεφαλαίων στην Κύπρο δεν θα οδηγήσει σε αύξηση εκροών καταθέσεων από την Τράπεζα ή τον τραπεζικό τομέα στην Κύπρο.
Πονοκέφαλος η ρευστότητα
Το Συγκρότημα είναι πολύ αποκαλυπτικό σε θέματα που αφορούν τη ρευστότητά του: «Ενέργειες της Κυβέρνησης και της Κεντρικής Τράπεζα της Κύπρου που αποσκοπούν στη στήριξη της ρευστότητας μπορεί να είναι ανεπαρκείς ή να διακοπούν, και ενδεχομένως το Συγκρότημα να μην είναι σε θέση να εξασφαλίσει την απαραίτητη ρευστότητα, επηρεάζοντας έτσι δυσμενώς τις επιχειρηματικές δραστηριότητες, την οικονομική του κατάσταση και τα λειτουργικά του αποτελέσματα».
Ένα από τα μεγαλύτερα στοιχήματα για το Συγκρότημα είναι η υλοποίηση του Σχεδίου Αναδιάρθρωσης για το οποίο αποκαλύπτει πως «δεν μπορεί να υπάρξει καμία διαβεβαίωση ότι το Σχέδιο θα εφαρμοστεί με επιτυχία ή, ακόμη και εάν εφαρμοστεί με επιτυχία, ότι η Τράπεζα δεν θα χρειαστεί να αντλήσει πρόσθετα κεφάλαια».
Σε περίπτωση που το Συγκρότημα δεν δημιουργήσει επαρκή φορολογητέα κέρδη ώστε να αξιοποιούνται οι αναβαλλόμενες φορολογικές του απαιτήσεις, αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ουσιαστική μείωση των καθαρών κερδών και κεφαλαίων του.
Ανεξάρτητη έκθεση για τις αβεβαιότητες
Η έκθεση του ανεξάρτητου ελεγκτή της Τράπεζας αναφορικά με τις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις για τα έτη που έληξαν στις 31 Δεκεμβρίου 2013, 2012 και 2011 και η έκθεση επισκόπησης του ανεξάρτητου ελεγκτή για τις μη ελεγμένες ενδιάμεσες συνοπτικές ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις για το εξάμηνο που έληξε στις 30 Ιουνίου 2014, για τις οποίες παρουσιάζονται σχετικές πληροφορίες στο Ενημερωτικό Δελτίο, δίνουν έμφαση σε θέματα που αφορούν σημαντικές αβεβαιότητες όπως είναι:
Πρώτο, η επιτυχής εφαρμογή του Σχεδίου Αναδιάρθρωσης του Συγκροτήματος και η υλοποίηση του μακροοικονομικού σεναρίου που αποτέλεσε βάση για την προετοιμασία του.
Δεύτερο, η περίοδος κατά την οποία τα περιοριστικά μέτρα και οι έλεγχοι κεφαλαίου βρίσκονται σε ισχύ. Όπως αναφέρεται «δεν μπορεί να υπάρξει καμιά διαβεβαίωση ότι η άρση των περιοριστικών μέτρων διακίνησης κεφαλαίων δεν θα οδηγήσει σε αύξηση εκροών καταθέσεων από την Τράπεζα ή τον τραπεζικό τομέα στην Κύπρο».
Τρίτο, το Συγκρότημα είναι εκτεθειμένο σε διάφορες μορφές νομικού κινδύνου, ιδιαίτερα σε σχέση την ισχυριζόμενη, όπως αναφέρεται, παραπλάνηση κατά την πώληση των εκδοθέντων από την Τράπεζα Αξιογράφων Κεφαλαίου σε ευρώ, τη διάσωση με ίδια μέσα των μετόχων, τους ανασφάλιστους καταθέτες και άλλους πιστωτές της Τράπεζας, σύμφωνα με την ανακεφαλαιοποίησή της, από τον Μάρτιο – Ιούλιο 2013 και τις κανονιστικές έρευνες.
Η μεγάλη έκθεση στα ακίνητα
Ένα μεγάλο μέρος του δανειακού χαρτοφυλακίου του Συγκροτήματος αποτελείται από Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια, από τα οποία μεγάλη μερίδα αφορά μεγάλα εταιρικά ανοίγματα και ανοίγματα στον κατασκευαστικό τομέα και τον τομέα των ακινήτων.
Κατά τις 31 Δεκεμβρίου 2013 και 30 Ιουνίου 2014, το 48,6% και 49,8% του μικτού δανειακού χαρτοφυλακίου του Συγκροτήματος παρουσίαζε καθυστερήσεις πέραν των 90 ημερών. Ένα σημαντικό μέρος των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων αποτελείται από δάνεια σε μεγάλες επιχειρήσεις οι οποίες δραστηριοποιούνται στον τομέα των ακινήτων και τον κατασκευαστικό τομέα.
Στις 30 Ιουνίου 2014, τα δάνεια και οι απαιτήσεις του Συγκροτήματος προς εταιρικούς δανειολήπτες στους τομείς αυτούς (περιλαμβανομένων δανείων και απαιτήσεων στην κατηγορία διαθέσιμα προς πώληση) αποτελούσαν το 40,2% και 30,7%, αντίστοιχα του μικτού δανειακού χαρτοφυλακίου του Συγκροτήματος.
Όπως αναφέρεται από το ίδιο το Συγκρότημα, η δυνατότητά του να ανακτήσει τα δάνεια αυτά παραμένει περιορισμένη, κυρίως ως αποτέλεσμα της συνεχιζόμενης ύφεσης στην κυπριακή αγορά ακινήτων λόγω της χαμηλής ζήτησης και τιμής.
Γενικότερα, η έκθεση στην κυπριακή αγορά οικιστικών ακινήτων έχει καταστήσει το Συγκρότημα ευάλωτο στις εξελίξεις στην αγορά.
Στην περίπτωση που το Συγκρότημα παρουσιάσει αδυναμία να μειώσει το χαρτοφυλάκιο των ΜΕΔ, η κατάσταση αυτή θα μπορεί να επηρεάσει αρνητικά τη δυνατότητα παραχώρησης νέων πιστωτικών διευκολύνσεων.
Ο κατασκευαστικός τομέας αντιπροσώπευε το 12,5% του μικτού συνόλου των δανείων και απαιτήσεων στις 31 Δεκεμβρίου 2011, το 12,9% στις 31 Δεκεμβρίου του 2012, το 15,9% στις 31 Δεκεμβρίου 2013, και το 16,3% στις 30 Ιουνίου 2014.
Ο τομέας των ακίνητων αντιπροσώπευε το 10,6% του μικτού συνόλου των δανείων και απαιτήσεων από πελάτες στις 31 Δεκεμβρίου 2011, το 11,9% στις 31 Δεκεμβρίου 2012, το 15,7% στις 31 Δεκεμβρίου 2013, και το 14,3% στις 30 Ιουνίου 2014.
Επιπρόσθετα, όπως επισημαίνει, ως αποτέλεσμα των υφιστάμενων οικονομικών συνθηκών, ενδέχεται περαιτέρω επιδείνωσης της ποιότητας του κυπριακού δανειακού χαρτοφυλακίου του Συγκροτήματος, κυρίως λόγω του περιορισμένου αριθμού πελατών υψηλής πιστωτικής ποιότητας στους επιχειρηματικούς τομείς που στοχεύει το Συγκρότημα, στους οποίους θα μπορούσαν να προσφερθούν τραπεζικές υπηρεσίες.
Οι μεγάλες επιχειρήσεις είναι η μεγαλύτερη κατηγορία δανειοληπτών, αποτελώντας το 44,2% του μικτού συνόλου των δανείων και απαιτήσεων από πελάτες (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που κατέχονται προς πώληση) στις 31 Δεκεμβρίου 2011, 45,5% στις 31 Δεκεμβρίου 2012, 45,8% στις 31 Δεκεμβρίου 2013 και 40,2% στις 30 Ιουνίου 2014 (συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων επιχειρήσεων στη ΔΑΑΧ).
Εκτεθειμένοι στα στεγαστικά δάνεια
Η απότομη αύξηση της ανεργίας κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, η οποία κατά τους πρώτους εννέα μήνες του 2014
ανήλθε στο 15,9%, επιδείνωσε την κατάσταση, με τις επισφάλειες των στεγαστικών δανείων να αυξάνονται περαιτέρω.
Τα στεγαστικά δάνεια και απαιτήσεις (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που κατέχονται προς πώληση) διατηρήθηκαν σε μεγάλο βαθμό σταθερά στο 18,6% του μικτού συνόλου των δανείων και απαιτήσεων από πελάτες στις 31 Δεκεμβρίου 2011, 19,6% στις 31 Δεκεμβρίου 2012, 20,1% στις 31 Δεκεμβρίου 2013 και 15,6% στις 30 Ιουνίου 2014.
Τα δάνεια σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που κατέχονται προς πώληση) μεταβλήθηκαν οριακά, από 24,8% του μικτού συνόλου των δανείων και απαιτήσεων από πελάτες στις 31 Δεκεμβρίου 2011 στο 21,2% στις 31 Δεκεμβρίου 2012 και 22,9% στις 31 Δεκεμβρίου 2013 πριν τη μείωση στο 16,7% στις 30 Ιουνίου 2014 (συμπεριλαμβανομένων μικρομεσαίων επιχειρήσεων στη ΔΑΑΧ).
Από το σύνολο €418.658 χιλ. δανείων και απαιτήσεων από πελάτες που κατέχονται προς πώληση, €323.014 χιλ. αφορούν δάνεια στο Ηνωμένο Βασίλειο και €95.644 χιλ. δάνεια στη Ρουμανία.
Οι ιδιώτες αποτελούν τον μεγαλύτερο οικονομικό τομέα, αντιπροσωπεύοντας το 31,0% του μικτού συνόλου των δανείων και απαιτήσεων από πελάτες (συμπεριλαμβανομένων και αυτών που κατέχονται προς πώληση) στις 31 Δεκεμβρίου 2011, 30,8% στις 31 Δεκεμβρίου 2012, 31,9% στις 31 Δεκεμβρίου 2013 και 31,8% στις 30 Ιουνίου 2014.