Θα πωλούν «κόκκινα» δάνεια α λα Wall Street
Tης Χρύσως Αντωνιάδου
Τα «κόκκινα» δάνεια ξεχειλίζουν και προκαλούν αφόρητους πονοκεφάλους στους τραπεζίτες. Οι δανειολήπτες ακούνε πολλά και φοβούνται πως θα χάσουν τις περιουσίες τους, εάν δεν πληρώνουν τη δόση του δανείου τους. Τα πράγματα δυσκολεύουν από τις νέες πρακτικές τύπου Wall Street, που προσπαθούν να επιβάλουν και με τις οποίες προσδοκούν να ξεφορτώσουν τα «κόκκινα» δάνεια από τους ισολογισμούς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Η Βουλή καλείται και πάλι να δώσει το πράσινο φως για να περάσει στα χέρια των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων το χρηματοδοτικό εργαλείο της τιτλοποίησης. Με αυτό, τα ιδρύματα θα μπορούν να συγκεντρώνουν μια ομάδα δανείων, να τα εκχωρούν σε μια εταιρεία-όχημα, σύμφωνα με τις προδιαγραφές που θέτει η Κεντρική Τράπεζα – η οποία στη συνέχεια θα τα μετατρέπει σε ομόλογα και θα τα διοχετεύει σε επενδυτές-ομολογιούχους. Μια τέτοια κίνηση δεν είναι και ό,τι πιο εύκολο, ούτε και πιο ευχάριστο για κανέναν. Οι αρχικοί δανειολήπτες αυτής της ομάδας δανείων πιθανότατα να μην μπορέσουν να αποπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους και να κινδυνεύσουν να χάσουν την περιουσία τους. Αυτό το ξέρουν όλοι όσοι ασχολούνται με τα θέματα αυτά, γι’ αυτό και η απόδοση και ο κίνδυνος των ομολόγων αυτών είναι υψηλός.
Φεύγουν δεσμευμένα δάνεια
Οι ενέργειες που δρομολογούνται με τα σχετικά νομοσχέδια που συζητά η Επιτροπή Οικονομιών στοχεύουν να απομακρύνουν από το χαρτοφυλάκιο των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων μακροχρόνια δεσμευμένα κεφάλαια, και να αντληθεί ρευστότητα από τις εταιρείες-οχήματα. Οι εταιρείες θα πωλήσουν τα ομόλογα σε επενδυτές και θα αντλήσουν ρευστότητα. Πάντως, τα πράγματα δεν είναι τόσο εύκολα και για τις ίδιες τις τράπεζες, καθώς για να μπορέσουν να βρουν αγοραστές, θα πρέπει να μεριμνήσουν για πρόσθετο επιτόκιο ασφαλείας, που εξαρτάται από το «πακέτο» των δανείων και τον βαθμό επικινδυνότητάς τους. Στο στάδιο αυτό, η εκτίμηση των οίκων αξιολόγησης είναι καθοριστική για την επικινδυνότητα των τίτλων καθώς με βάση αυτή θα καθορίζεται και η τιμή. Γιατί μια τράπεζα αποφασίζει να τιτλοποιήσει και να πωλήσει δάνεια; Επειδή οι επιλογές για «ξεφόρτωμα» από τους ισολογισμούς της περιορίζονται. Η τράπεζα επιδιώκει να απομακρύνει τα δάνεια αυτά από τον ισολογισμό της για να μειώσει το ενεργητικό της και να βελτιώσει τους δείκτες της κεφαλαιακής της επάρκειας, αλλά και για να καταγράψει άμεσα κέρδη. Επίσης αποκτά ρευστότητα και εξασφαλίζει έσοδα από προμήθειες για τη διαχείριση των δανείων.
Πώς λειτουργεί η τιτλοποίηση
Η τεχνική χρηματοδότησης με ομόλογα εγγυημένα από περιουσιακά στοιχεία ενεργητικού (κυρίως ακίνητα) εφαρμόστηκε κατά την περίοδο της αυξημένης ζήτησης στεγαστικών δανείων τη δεκαετία του ‘70. Η τιτλοποίηση απαιτήσεων κατέγραψε αύξηση κατά την πρόσφατη χρηματοοικονομική κρίση, ιδιαίτερα από τραπεζικά ιδρύματα ευρωπαϊκών χωρών όπως η Ισπανία και η Ιταλία. Η πώληση δανείων λειτουργεί ως εργαλείο άντλησης ρευστότητας, ανάπτυξης της οικονομίας και συγκράτησης των τιμών των ακινήτων και κύριο χαρακτηριστικό της είναι να μεταφερθεί ο κίνδυνος της απαίτησης στον ομολογιούχο και τον επενδυτή. Η τιτλοποίηση μπορεί να επενεργήσει θετικά προς τις τράπεζες που μπορούν να μειώσουν τα σταθμισμένα στοιχεία του ενεργητικού τους (μη εξυπηρετούμενα δάνεια) και να απελευθερώσουν τα κεφάλαιά τους, συνεχίζοντας τη χορήγηση δανείων. Οι επιπτώσεις θα είναι θετικές για τις τράπεζες μόνο εάν διασφαλιστεί ότι τα δάνεια δεν θα πωληθούν σε τιμές-χώμα. Με αυτόν τον τρόπο αποφεύγεται η καταγραφή ζημιών, που συνήθως τις πληρώνουν οι μέτοχοι. Τα επενδυτικά ταμεία αγοράζουν μια ομάδα δανείων εφόσον μελετήσουν επισταμένα τις εμπράγματες εξασφαλίσεις, ποιες είναι οι σημερινές τιμές τους, το χρονικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα δικαιούνται να προχωρήσουν σε εκποίηση του ακινήτου ώστε να πραγματοποιήσουν κέρδος.
Οι μεγαλύτεροι επενδυτές των ενυπόθηκων δανείων είναι ξένες κυβερνήσεις, συνταξιοδοτικά ταμεία, ασφαλιστικές εταιρείες, τράπεζες και τα hedge funds. Οι επενδυτές μπορούν ν’ αναλάβουν τις εισπράξεις των δανείων ή να προχωρήσουν με εκποιήσεις ενυπόθηκων ακινήτων. Ανησυχίες και έλεγχος Με τα νομοσχέδια που έχουν κατατεθεί και συζητούνται στη Βουλή, η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου καλείται να διαδραματίσει έναν σημαντικότατο ρόλο και ν’ αναλάβει τον αυστηρό έλεγχο των αγοραστών των δανείων, ώστε να αποφευχθεί η πώλησή τους σε επενδυτικά ταμεία άγνωστης προέλευσης. Αναλυτές της αγοράς εκφράζουν ανησυχίες για την πιθανή ανεξέλεγκτη τιτλοποίηση δανείων, ωστόσο πιστεύουν πως μια σωστά ελεγχόμενη τιτλοποίηση και πώληση δανείων μπορεί να στηρίξει την ανάπτυξη της οικονομίας και να επιτρέψει στις τράπεζες να ανοίξουν τις στρόφιγγες των δανείων.
Πού είναι οι αναδιαρθρώσεις;
Σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, τέσσερα στα πέντε δάνεια είναι μη εξυπηρετούμενα και δεν έχουν ακόμη αναδιαρθρωθεί, με αποτέλεσμα τα πιστωτικά ιδρύματα να αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα στη βελτίωση του ισολογισμού τους, τη μείωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων και την αύξηση της ρευστότητάς τους. Σε περίπτωση που τα κοινοβουλευτικά κόμματα ψηφίσουν τα σχετικά νομοσχέδια για πακετοποίηση και πώληση δανείων, το χρηματοπιστωτικό ίδρυμα δεν υποχρεούται να ζητήσει τη σύμφωνο γνώμη του δανειολήπτη για την πώληση του δανείου του. Σύμφωνα με τα στοιχεία που κατέθεσε η Κεντρική Τράπεζα στη Βουλή, το ύψος των συνολικών αναδιαρθρώσεων δανείων από 1η Ιανουαρίου 2014 μέχρι 31η Μαρτίου 2015 ανήλθε σε 4,9 δις ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε 26.174 λογαριασμούς. Σε σχέση με το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τα οποία ανήλθαν σε 25,6 δις ευρώ κατά την 31η Μαρτίου 2015, οι αναδιαρθρώσεις δανείων αντιστοιχούν σε ποσοστό 19,16%. Από τα 4,9 δις ευρώ δάνεια, τα οποία έτυχαν αναδιάρθρωσης, 2,2 δις ευρώ αφορούν φυσικά πρόσωπα, 0,6 δις ευρώ λογαριασμούς στη λιανική τραπεζική και 2,1 δις ευρώ επιχειρήσεις.
Στην Τράπεζα Κύπρου έχουν τύχει αναδιάρθρωσης δάνεια ύψους 3,1 δις ευρώ, που αντιστοιχούν σε 15.487 λογαριασμούς. Στην Ελληνική Τράπεζα έχουν τύχει αναδιάρθρωσης δάνεια ύψους 327 εκ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε 1.205 λογαριασμούς. Στον Συνεργατισμό έχουν τύχει αναδιάρθρωσης δάνεια ύψους 555 εκ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε 4.989 λογαριασμούς. Από τα υπόλοιπα πιστωτικά ιδρύματα, οι περισσότερες αναδιαρθρώσεις έγιναν από την Alpha Bank. Η τράπεζα έχει προβεί σε αναδιαρθρώσεις ύψους 542 εκ. ευρώ, που αντιστοιχούν σε 3.023 λογαριασμούς.
Οι προκλήσεις
Οι κύριες προκλήσεις για τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα είναι:
1. Η αδυναμία να μειώσουν το χαρτοφυλάκιο των MΕΔ επηρεάζει αρνητικά τη δυνατότητα για να παραχωρηθούν νέες πιστωτικές διευκολύνσεις.
2. Η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου μπορεί να επιδεινωθεί λόγω του περιορισμένου αριθμού πελατών υψηλής πιστωτικής ποιότητας στους επιχειρηματικούς τομείς.
3. Η εξέλιξη του δανειακού χαρτοφυλακίου τους επηρεάζεται, μεταξύ άλλων, από τη γενική κατάσταση της οικονομίας.
4. Η συνεχιζόμενη επιδείνωση στην ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου, σε συνδυασμό με τα δάνεια σε καθυστερήσεις, περιορίζει τα καθαρά έσοδα από τόκους.
5. Η τυχόν αύξηση νέων προβλέψεων μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την οικονομική κατάσταση και τα λειτουργικά αποτελέσματα ενός χρηματοπιστωτικού ιδρύματος.
6. Η μείωση των καταθέσεων των πελατών, ιδιαίτερα των καταθέσεων της λιανικής τραπεζικής, μπορεί να επενεργήσει αρνητικά στη χρηματοδότηση.
Η ποιότητα των χαρτοφυλακίων
Οι αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα του χαρτοφυλακίου των τραπεζών αντιμετωπίστηκαν και συνεχίζουν να αντιμετωπίζονται με μέτρα, στα οποία περιλαμβάνονται:
· Η διατήρηση σε υψηλά επίπεδα του λόγου κάλυψης των δανείων σε καθυστέρηση από τις συσσωρευμένες προβλέψεις.
· Ο σχηματισμός ιδιαίτερα υψηλών προβλέψεων για την αντιμετώπιση του πιστωτικού κινδύνου.
· Η μείωση του βαθμού συγκέντρωσης των τραπεζικών δανείων σε συγκεκριμένους πελάτες ή κλάδους επιχειρηματικής δραστηριότητας.
Οι τράπεζες προσπαθούν:
· να ρυθμίσουν δάνεια σε καθυστέρηση,
· να αυξήσουν τις εξασφαλίσεις για να καλύψουν τα δάνεια,
· να μειώσουν τις ζημιές σε περίπτωση αθέτησης,
· να εφαρμόσουν αυστηρότερα κριτήρια χορήγησης νέων δανείων.
Επισφάλειες
Η αδυναμία του δανειολήπτη ν’ αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του έχει ως επακόλουθο το δάνειο να μεταφερθεί σε οριστική καθυστέρηση και να διαγραφεί από τον ισολογισμό της τράπεζας με τη μορφή ζημιάς από επισφαλείς απαιτήσεις. Ο ρυθμός αύξησης του δείκτη καθυστερήσεων των τραπεζών είναι αυξητικός και οι τράπεζες δέχονται πιέσεις για τον σχηματισμό αυξημένων προβλέψεων για να καλυφθεί ο πιστωτικός κίνδυνος που προκαλείται από τα επισφαλή δάνεια. Με αυτόν τον τρόπο θα προστατευθούν έναντι περαιτέρω αύξησης των δανείων σε καθυστέρηση και θα αυξήσουν το ποσοστό κάλυψης με συσσωρευμένες προβλέψεις των δανείων σε καθυστέρηση που παραμένει σε χαμηλό επίπεδο.
Αρνητικές επιπτώσεις
Η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου, σε συνδυασμό με τα δάνεια σε καθυστερήσεις, περιορίζουν τα καθαρά έσοδα από τόκους, με σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, τα αποτελέσματα των εργασιών και την οικονομική κατάσταση των τραπεζών. Η κατάσταση του χαρτοφυλακίου ΜΕΔ επηρεάζει αρνητικά τη δυνατότητα παραχώρησης νέων πιστωτικών διευκολύνσεων και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις τραπεζικών στελεχών, οποιαδήποτε περαιτέρω στασιμότητα στην οικονομία ενδέχεται να επιδεινώσει την ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία που δημοσιοποίησε η Κεντρική Τράπεζα, οι συσσωρευμένες ζημιές απομείωσης για τα Μη Εξυπηρετούμενα Δάνεια (NPLs) που καταγράφονται στους ισολογισμούς των τραπεζών ανέρχονται σε €9 δις ή 32,9% του συνόλου των ΜΕΔ των €27,3 δις του συστήματος.