Σε διεθνή Δικαστήρια οι εξωτερικοί ελεγκτές τραπεζών
Της Χρύσως Αντωνιάδου
Μάρτιος 2013. Ο Πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ ανακοινώνει τη συμφωνία για την Κύπρο. Η ψυχρότητα και ο κυνισμός γράφεται στο πρόσωπό του: «Μπορέσαμε να επικεντρωθούμε στα προβλήματα των δύο μεγάλων τραπεζών που αντιμετώπιζαν πρόβλημα. Προχωράμε σε διάλυση της Λαϊκής Τράπεζας και αναδιάρθρωση της Τράπεζας Κύπρου». Το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου τραντάζεται. Η απόφαση του Eurogroup είναι σαρωτική για την Κύπρο. Η Λαϊκή Τράπεζα προχωρεί σε άμεση αναδιάρθρωση με πλήρη συμμετοχή των μετόχων και των κατόχων ομολόγων καθώς και των μη εγγυημένων καταθέσεων. Διαχωρίζεται σε «καλή» και «κακή» τράπεζα και η τελευταία κλείνει εν καιρώ. Η «καλή» τράπεζα απορροφάται από την Τράπεζα Κύπρου. Το χρέος ύψους 9 δις ευρώ της Λαϊκής προς τον ELA «φορτώνεται» στην Τράπεζα Κύπρου. Οι καταθέσεις ποσού πέραν των 100.000 ευρώ στην Τράπεζα Κύπρου παραμένουν παγωμένοι μέχρι την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης.
Η Τράπεζα ανακεφαλαιοποιείται μέσω κουρέματος των μη ασφαλισμένων καταθέσεων άνω των 100.000 ευρώ. Υπάρχει δέσμευση πως η απόδοση θα είναι τέτοια που θα επιτρέπει απόδοση 9% με την ολοκλήρωση του προγράμματος. Όλοι οι καταθέτες κάτω των 100.000 ευρώ είναι πλήρως ασφαλισμένοι σύμφωνα με τις πρόνοιες της Ε.Ε. Τα 10 δις ευρώ του Μνημονίου δεν θα χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των δύο τραπεζών.
Το Εurogroup αποφασίζει το «κούρεμα» των καταθέσεων των ανασφάλιστων καταθετών, τη διάλυση μιας τράπεζας και την εξυγίανση μιας άλλης, την αναδιάρθρωση και την ανακεφαλαιοποίησή της. Η Τράπεζα Κύπρου αποκτά τα εξυπηρετούμενα δάνεια της Λαϊκής, άλλα στοιχεία ενεργητικού και τις ασφαλισμένες καταθέσεις της.
Ξαναχτίζονται οι τράπεζες
Ο χρηματοπιστωτικός χάρτης της Κύπρου ξαναγράφεται. Συγκαλείται Διερευνητική Επιτροπή για την εξέταση όλων των ζητημάτων που αφορούν στους υπαίτιους της χρηματοοικονομικής τραγωδίας, η Επιτροπή Θεσμών της Βουλής συζητά και ετοιμάζει πόρισμα, άλλες Επιτροπές συγκαλούνται και η Γενική Εισαγγελία κατακλύζεται από υποθέσεις, που πρέπει να οδηγηθούν στη Δικαιοσύνη. Οι ξένοι καταθέτες συντρίβονται, κυρίως οι Ρώσοι, οι καταθέσεις των Κυπρίων καταθετών γίνονται …μικρότερες και το τραπεζικό σύστημα της Κύπρου περνά μέσα από συμπληγάδες, δέχεται ένα δυνατό χαστούκι και προσπαθεί απεγνωσμένα βρει τα πόδια του. Καταλήγει σε ξένους επενδυτές οι οποίοι πλήρωσαν την ανακεφαλαιοποίηση και εξασφάλισαν τον έλεγχο των κυπριακών τραπεζών.
Οι ευθύνες
Για όλα αυτά υπάρχουν ευθύνες, μεγάλες ή μικρές, υπάρχουν παραλείψεις. Κάποιοι έκλειναν τα μάτια ή έκαναν πως δεν έβλεπαν και κάποιοι άλλοι δήλωναν πως η δική τους η δουλειά άρχιζε και τέλειωνε σε συγκεκριμένο ρόλο και αρμοδιότητες. Τρία σχεδόν χρόνια μετά, οι μαύρες μέρες για την Κύπρο και το τι προηγείται αυτών, μεταφέρονται αυτή τη φορά στις αίθουσες των Δικαστηρίων και μάλιστα από ελληνικούς νομικούς οίκους σε συνεργασία με εγνωσμένου κύρους γραφεία του εξωτερικού.
Μεγάλο ενδιαφέρον αναμένεται να έχει μια νέα δικαστική μάχη που στήνεται από το γνωστό δικηγορικό γραφείο Kyros Law Offices, που εδρεύει στην Αθήνα και συνεργάζεται με γνωστά γραφεία στις ΗΠΑ, στη Βρετανία και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες της «Σ», το Γραφείο ενεργώντας εκ μέρους ελλαδιτών επενδυτών, καταθετών, ή ομολογιούχων, βρίσκεται στο στάδιο της προετοιμασίας ένδικης διαδικασίας κατά των ελεγκτών που υπέγραφαν τους οικονομικούς λογαριασμούς, τις οικονομικές καταστάσεις ή και τα prospectus που εξέδιδαν κυπριακές τράπεζες, τα χρόνια που προηγήθηκαν του «κουρέματος».
Ήδη, εμπειρογνώμονες, οικονομολόγοι και άλλοι αναλυτές, υπό τη διεύθυνση και εποπτεία του δικηγόρου Ιωάννη Κυριακόπουλου, που εξειδικεύεται στον χώρο της κεφαλαιαγοράς και της οικονομίας και σε συνεργασία με την Κύπρο και με εγνωσμένου κύρους νομικά γραφεία του εξωτερικού, διενεργούν ενδελεχή μελέτη των στοιχείων που αφορούν τα αποτελέσματα τραπεζών τα τελευταία χρόνια πριν το «κούρεμα» για να εντοπίσουν τυχόν παραπλανητικά στοιχεία, παραλείψεις ή ακόμη και «φούσκωμα» στοιχείων ή ψευδών οικονομικών δεδομένων, σε βάρος του επενδυτικού κοινού.
Η μελέτη διεξάγεται σε μια τιτάνια προσπάθεια να ετοιμαστεί πλήρης φάκελος με όλα τα στοιχεία, με τον οποίον να τεκμηριώνεται ότι «ορκωτοί λογιστές και ελεγκτικά γραφεία που υπέγραφαν τους λογαριασμούς, τις ετήσιες εκθέσεις, τα αποτελέσματα καθώς και τα prospectus τραπεζών είτε δεν διενεργούσαν επαρκή έλεγχο ή δεν ζητούσαν να τους παρουσιαστούν πλήρη και αληθή στοιχεία». Οι ενέργειες αυτές έχουν ως αποτέλεσμα οι καταθέτες, επενδυτές, αξιόγραφοι, ομολογιούχοι να έχουν δεχθεί τεράστιες ζημιές.
Καταβάλλονται προσπάθειες ώστε σε συνεργασία με άλλα νομικά γραφεία του εξωτερικού, να κινηθεί η ένδικη διαδικασία σε κράτη στα οποία εδρεύουν οι μητρικές – πολυεθνικές εταιρείες των συγκεκριμένων ελεγκτικών οίκων που ενεργούσαν ως εξωτερικοί ελεγκτές των τραπεζών. Οι οίκοι αυτοί εδρεύουν σε χώρες όπως είναι η Βρετανία και το Λουξεμβούργο.
«Διαφάνεια και Διεθνή Πρότυπα»
Από πλευράς του επίσημου οργάνου των ελεγκτών – λογιστών όπως είναι ο Σύνδεσμος Λογιστών Κύπρου, γίνεται επίκληση της σχετικής νομοθεσίας βάσει της οποίας «οι νόμιμοι ελεγκτές και τα νόμιμα ελεγκτικά γραφεία διενεργούν τον υποχρεωτικό έλεγχο σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου, τα οποία υιοθετεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή». Όπως αναφέρεται στη νομοθεσία, την οποία είναι υποχρεωμένοι να τηρούν, οι διαδικασίες ελέγχου συμβάλλουν σε υψηλό βαθμό αξιοπιστίας και ποιότητας στους ετήσιους λογαριασμούς, σύμφωνα με τις ακόλουθες αρχές:
- οι ετήσιοι λογαριασμοί πρέπει να δίδουν την αληθινή και δίκαιη εικόνα του ενεργητικού και του παθητικού, της οικονομικής θέσης και των αποτελεσμάτων χρήσεως της εταιρείας.
- οι ενοποιημένοι λογαριασμοί πρέπει να δίδουν αληθινή και δίκαιη εικόνα του ενεργητικού, του παθητικού, της οικονομικής θέσης, καθώς και των αποτελεσμάτων του συνόλου των επιχειρήσεων που περιλαμβάνονται στην ενοποίηση.
Η νομοθεσία προνοεί επίσης όπως κατά τον υποχρεωτικό έλεγχο των ενοποιημένων λογαριασμών συγκροτήματος επιχειρήσεων η έκθεση ελέγχου των ελεγκτών περιλαμβάνει δηλώσεις αναφορικά με τα ακόλουθα θέματα:
- Κατά πόσο οι ελεγκτές εξασφάλισαν όλες τις πληροφορίες και επεξηγήσεις που από όσα καλύτερα γνωρίζουν και πιστεύου,ν ήταν αναγκαίες για τους σκοπούς του ελέγχου που τους ανατέθηκε να διενεργήσουν.
- Κατά πόσο, κατά την γνώμη των ελεγκτών, τηρήθηκαν κατάλληλα βιβλία από την ελεγχόμενη οντότητα, στην έκταση που φαίνεται από την εξέταση από αυτούς εκείνων των βιβλίων, και λήφθηκαν από αυτούς οι κατάλληλες εκθέσεις ελέγχου ικανοποιητικές για τους σκοπούς του ελέγχου τους από παραρτήματα της οντότητας που δεν επισκέφτηκαν οι ίδιοι.
Σύμφωνα με τη νομοθεσία «όπου οι ελεγκτές αποφαίνονται ότι η έκθεση των συμβούλων δεν συνάδει προς τις οικονομικές καταστάσεις, σημειώνουν την απόκλιση και δίνουν μία εικόνα του πώς θα έπρεπε να έχει το σχετικό σημείο στην έκθεση».
Ο Σύνδεσμος Λογιστών Κύπρου υπερτονίζει ότι οι εξωτερικοί ελεγκτές ή λογιστές «υπογράφουν σύμφωνα με τη θεωρία και τις αρχές της γενικής λογιστικής, τις νομικές απαιτήσεις και τα πρότυπα για την κατάρτιση των ετήσιων και των ενοποιημένων λογαριασμών, τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα, τη χρηματοοικονομική ανάλυση, την αναλυτική λογιστική εκμετάλλευσης (cost and management accounting), τη διαχείριση κινδύνων και τον εσωτερικό έλεγχο, τις ελεγκτικές και επαγγελματικές δεξιότητες και τις νομικές απαιτήσεις και τα επαγγελματικά πρότυπα που αφορούν τον υποχρεωτικό έλεγχο και τους νόμιμους ελεγκτές, τα Διεθνή Πρότυπα Ελέγχου και την επαγγελματική δεοντολογία και ανεξαρτησία».
Δικάζουν το κυπριακό κράτος
Επίσης, άλλη μια μεγάλη μάχη αναμένεται να δώσει η Κύπρος στην Ουάσιγκτον καθώς 1000 επενδυτές από την Ελλάδα προσέφυγαν κατά της χώρας στο Διεθνές Διαιτητικό Δικαστήριο υπό την αιγίδα της Παγκόσμιας Τράπεζας με έδρα την Ουάσιγκτον (International Center for the Settlement of Investment Disputes, γνωστό ως Κέντρο Διακανονισμού Επενδυτικών Διαφορών (ICSID). Οι επενδυτές διεκδικούν αποζημίωση από το κυπριακό Κράτος για τα χρήματα που απώλεσαν στην Κύπρο, ως ιδιώτες, ως εκπρόσωποι εταιρειών, ως καταθέτες και ομολογιούχοι. Οι επενδυτές έχουν δεχθεί μεγάλες ζημιές μετά την απόφαση για «κούρεμα» των ανασφάλιστων καταθέσεων τους και, όπως επισημαίνουν οι δικηγόροι τους, λόγω των επιπτώσεων που δέχθηκαν οι κυπριακές τράπεζες βρέθηκαν να κατέχουν μετοχές, με απομειωμένη αξία κατά 99%, ως «εύλογη αποζημίωση» αντί για μετρητά.
Με το κυπριακό ‘bail in’ οι Έλληνες επενδυτές θεωρούν ότι έτυχαν διακριτικής μεταχείρισης από το κυπριακό κράτος, και έχασαν εκατομμύρια ευρώ. Οι ιδιώτες και θεσμικοί καταθέτες και ομολογιούχοι, διεκδικούν αποζημιώσεις για ζημίες που εκτιμούνται στα 550 εκατ. ευρώ περίπου. «Πιστεύουμε ότι οι Έλληνες επενδυτές έτυχαν διακριτικής μεταχείρισης κατά τη διάρκεια του ‘bail in’, καθώς ενώ οι Έλληνες καταθέτες υπέστησαν υπερβολικές ζημίες, πολλά δημόσια ιδρύματα στην Κύπρο εξαιρέθηκαν», δηλώνει ο νομικός και οικονομολόγος Ιωάννης Κυριακόπουλος, που ηγείται της ομάδας των νομικών της Kyros Law Offices.
Η ένδικη διαδικασία άρχισε και θα συνεχιστεί μέσω «δεσμευτικής διαιτησίας» (binding arbitration). Η απόφαση της Διαιτησίας είναι δεσμευτική, εκτελεστέα, δεν υπόκειται σε κανέναν ένδικο μέσο και εκδίδεται μέσα σε 3 χρόνια. Η μάχη στις ΗΠΑ θα δοθεί σε συνεργασία με τον νομικό οίκο Grant & Eisenhofer που διαθέτει πείρα σε δικαστικές διεκδικήσεις επενδυτών στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η μεγαλύτερη επιτυχία του δικηγορικού γραφείου ήταν η νίκη επί της Royal Dutch Shell έναντι του ποσού των 500 εκατ. ευρώ. Οι νομικοί ενεργούσαν εκ μέρους επενδυτών που την κατηγόρησαν ότι είχε «φουσκώσει» τα αποθέματα πετρελαίου της.
Η Διμερής Σύμβαση
Οι πολίτες που συμμετέχουν στη διαδικασία αυτή που είναι ομαδική είναι έλληνες με ελληνική υπηκοότητα, εταιρείες με ελληνική έδρα και οι εταιρείες στις οποίες ο true beneficiary είναι Έλληνας υπήκοος. Οι επηρεαζόμενοι έχουν το δικαίωμα, εάν το επιθυμούν να επιλέξουν κι άλλη νομική διαδικασία κατά του κυπριακού κράτους, αλλά πρέπει να παραιτηθούν από του δικαιώματος αυτού στα κυπριακά Δικαστήρια.
Σύμφωνα με τις αποφάσεις/σχετική νομολογία των Διεθνών Διαιτητικών Δικαστηρίων (μεταξύ άλλων και του ICSID στο οποίο έχουν προσφύγει οι επενδυτές), για να είναι η απαλλοτρίωση περιουσίας νόμιμη και να μην επιδέχεται προσβολής, «θα πρέπει αυτή να γίνεται για λόγους υπέρτερου δημοσίου συμφέροντος, με νόμιμη διαδικασία, με την καταβολή άμεσης, επαρκούς και αποτελεσματικής αποζημιώσεως» (Διμερής Συμφωνία Ελλάδας – Κύπρου 2100/9).) Σύμφωνα με τα νομικά επιχειρήματα, «η Κυβέρνηση της Κύπρου παραβίασε τις πρόνοιες της Διμερούς Σύμβασης για την Προστασία των Επενδυτών μεταξύ Κύπρου και άλλων χωρών, έτσι οι ξένοι επενδυτές μπορούν να ενάγουν την Κυπριακή Δημοκρατία για παράνομη διακριτική μεταχείριση κατά των ξένων επενδυτών, αφού η συμφωνία «διάσωσης» αντιμετωπίζει προνομιακά τις επενδύσεις κατοίκων της Κύπρου σε βάρος των ξένων επενδυτών».
Δικάζουν και την Πειραιώς
Επίσης άλλη μια νομική μάχη θα δοθεί σε ελληνικά πολιτικά δικαστήρια κατά της Τράπεζας Πειραιώς και αφορά στην πιθανή αναγνώριση των ευθυνών της έναντι των μετόχων της Τράπεζας Κύπρου και της Μαρφίν Λαϊκής στην υπόθεση του κλεισίματος και της εξαγοράς των υποκαταστημάτων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα. Με την προσφυγή ζητείται επίσης η επιδίκαση αποζημίωσης στους μετόχους της Τράπεζας Κύπρου και της Λαϊκής Τράπεζας με τη μορφή μετρητών ή μετοχών καθώς και άλλα ασφαλιστικά μέτρα για να αποτραπεί η μη αναστρέψιμη ζημία των μετόχων.
Σύμφωνα με τους αγωγές που έχουν καταχωρηθεί «η μεταβίβαση των περιουσιακών στοιχείων των κυπριακών τραπεζών στην Ελλάδα έγινε με τέτοιο τρόπο που προκαλεί σοβαρότατους προβληματισμούς σχετικά με την εγκυρότητα και τη νομιμότητά της, ιδιαίτερα ενόψει της υπο-αποτίμησης των περιουσιακών της στοιχείων και της παντελούς απαξίωσης των μετόχων της, οι οποίοι δεν αποζημιώθηκαν για την περιουσιακή τους απώλεια ούτε έλαβαν σε αντάλλαγμα μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς».
Όπως αναφέρεται στις αγωγές:
Πρώτο, οι μέτοχοι της Τράπεζας Κύπρου και της Λαϊκής Τράπεζας ζημιώθηκαν υπέρμετρα και άνισα σε σχέση με τους μετόχους της Τράπεζας Πειραιώς, η οποία απεκόμισε δυσανάλογα οφέλη.
Δεύτερο υπο-αξιολογήθηκε σε μια νύχτα η αξία του ενεργητικού της Τράπεζας Κύπρου στην Ελλάδα και μεθοδεύθηκε η μεταβίβαση σε βάρος των πιστωτών της / κατόχων αξιογράφων / μετόχων της Τράπεζας Κύπρου, ενώ ευεργετήθηκε έτσι δυσανάλογα και αδικαιολόγητα η Τράπεζα Πειραιώς.
Πηγή: Η Σημερινή, 8 Νοεμβρίου 2015