Ο Στουρνάρας δεν αποκλείει έξοδο από το ευρώ
O Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννης Στουρνάρας δεν αποκλείει την έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, προδιαγράφοντας τις εξαιρετικά αρνητικές εξελίξεις για τη χώρα σε περίπτωση που δεν υπάρξει συμφωνία με τους δανειστές.
O κ. Στουρνάρας επισημαίνει πως «η αποτυχία στις διαπραγματεύσεις θα είναι η αρχή μιας επώδυνης πορείας που θα οδηγήσει αρχικά σε πτώχευση και τελικά στην έξοδο της χώρας από τη ζώνη του ευρώ και – πιθανότατα – από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μια ελεγχόμενη κρίση χρέους, όπως αυτή που διαχειριζόμαστε σήμερα με τη βοήθεια των εταίρων, θα μετατραπεί σε ανεξέλεγκτη κρίση, με μεγάλους κινδύνους για το τραπεζικό σύστημα και τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Η έξοδος από το ευρώ θα προσθέσει στο ήδη βεβαρημένο περιβάλλον μια νέα οξύτατη συναλλαγματική κρίση που θα εκτινάξει τον πληθωρισμό».
Πτώχευση και Grexit
Στο εισαγωγικό σημείωμά του με την ευκαιρία της δημοσιοποίησης της Έκθεσης της Τράπεζας ο κ. Στουρνάρας κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για τις διαπραγματεύσεις, επισημαίνοντας ότι «αν δεν υπάρξει συμφωνία η πορεία της χώρας θα είναι επώδυνη και θα οδηγήσει σε πτώχευση και σε Grexit».
O Διοικητής της ΤτΕ στέλνει σαφή μηνύματα προς την κυβέρνηση να κλείσει τη συμφωνία η οποία, όπως τονίζει, είναι μια «ιστορική επιταγή».
Επίσης, αφήνει σαφείς αιχμές ότι για την κατάσταση της οικονομίας ευθύνεται η παρατεταμένη περίοδος αβεβαιότητας από τα τέλη του 2014 και μέχρι σήμερα.
μέσα σε συνθήκες πολιτικής σταθερότητας.
Θετικές προοπτικές
Όπως αναφέρεται στην Έκθεση, μια συμφωνία με τους εταίρους θα δημιουργούσε θετικές προοπτικές και θα μπορούσε να καλύψει το έδαφος που χάθηκε κατά το πρώτο εξάμηνο του 2015. Ειδικότερα, μια συμφωνία με τους εταίρους:
- αποτρέπει πολύ δυσμενείς εξελίξεις και διασφαλίζει ότι οι έως τώρα θυσίες των Ελλήνων πολιτών δεν θα πάνε χαμένες
- αποκαθιστά την εμπιστοσύνη μεταξύ των ελληνικών αρχών και των εταίρων
- εξασφαλίζει, μέσω της συνδρομής των εταίρων μας και του ΔΝΤ, τη χρηματοδοτική στήριξη της ελληνικής οικονομίας
- δηλώνει έμπρακτα τη βούληση για τη συνέχιση και επέκταση των απαιτούμενων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων και τη διασφάλιση των δημοσιονομικών επιτευγμάτων
- παρέχει τη δυνατότητα μιας ηπιότερης δημοσιονομικής προσαρμογής, η οποία βασίζεται σε χαμηλότερους και πιο ρεαλιστικούς στόχους για το πρωτογενές πλεόνασμα
- δημιουργεί τις προοπτικές για τη μετάβαση προς μια νέα μεσομακροπρόθεσμη συμφωνία με τους εταίρους, η οποία θα έχει ως στόχο την ομαλή έξοδο της χώρας στις διεθνείς αγορές.