Όχι, μη μου λες πως χάνεις τις αντοχές σου!
Της Χρύσως Αντωνιάδου
Οι αντοχές είναι σαν το μπαλόνι που φουσκώνει και ξεφουσκώνει, ανάλογα με τις επιθυμίες σου. Αν δεν δοκιμάσεις, δεν θα μάθεις. Πώς αντέχεις; Όταν οι λογαριασμοί στοιβάζονται στο τραπέζι της κουζίνας και παραμένουν απλήρωτοι, όταν κινδυνεύεις να σου κόψουν τον ηλεκτρισμό και το τηλέφωνο, όταν το πορτοφόλι σου έχει μια μεγάλη τρύπα και δεν φτάνεις να βάλεις τον μισθό και στη βδομάδα φεύγει, χάνεται Πώς να αντέξω; Πώς ν’ αντέξεις;
Xάνω τις αντοχές μου
Πώς ν’ αντέξουμε; Συλλογίζομαι συχνά πως χάνω τις αντοχές μου, κάθε μέρα και περισσότερο. Τις αντοχές που πάντοτε διέθετα για να αντιμετωπίζω τα δύσκολα, τις μεγάλες προκλήσεις και τις μεγάλες δοκιμασίες. Ακόμη και τις μεγάλες χαρές.
Γιατί ακόμη και εκεί πρέπει να μαζέψεις τις δυνάμεις σου για να φτάσεις στο επιθυμητό αποτέλεσμα, και μετά από ένα μεγάλο Γολγοθά και έναν αγώνα δρόμου μεγάλων ταχυτήτων που σε φέρνει πιο κοντά στους στόχους σου, ξεφουσκώνεις και φωνάζεις. «Δεν αντέχω πια!». Ίσως και εσύ να συλλογίζεσαι όπως κι εμένα, ότι πια δεν αντέχεις να ζεις και να εργάζεσαι εδώ, να δημιουργείς σχέσεις, να μεγαλώνεις παιδιά, να τα σπουδάζεις, για να τα μεγαλώνεις και πάλι, στην ανεργία τους! Να τα βλέπεις να μαραίνονται γιατί δεν είναι ευτυχισμένα, γιατί δεν βρίσκουν δουλειά και δεν μπορούν να περάσουν στο επόμενο βήμα της ζωής τους.
Οι λογαριασμοί στοιβάζονται
Πώς αντέχεις; Όταν οι λογαριασμοί στοιβάζονται στο τραπέζι της κουζίνας και παραμένουν απλήρωτοι, όταν κινδυνεύεις να σου κόψουν τον ηλεκτρισμό και το τηλέφωνο, όταν το πορτοφόλι σου έχει μια μεγάλη τρύπα και δεν φτάνεις να βάλεις τον μισθό και στη βδομάδα φεύγει, χάνεται. Πώς αντέχεις; Να βλέπεις γύρω σου την αδικία και να μην μπορείς να παρέμβεις γιατί μπορεί να χάσεις τα λίγα που σου απέμειναν, να θέλεις να σπάσεις την τηλεόραση για να μην τους βλέπεις, και σκέφτεσαι πως αύριο θα θέλεις να αγοράσεις άλλη! Πώς αντέχεις να ακούς συνέχεια τα ψέματά τους, ακόμη κι αν στα πολλά ρίξουν και καμιά αλήθεια, να μην τους πιστεύεις!
Πώς αντέχεις να βλέπεις την Ελλάδα να γονατίζει και να ακούς εδώ να φοβούνται να τοποθετηθούν, μπας και τους τραβήξει το αφτί η Τρόικα! Και μετά; Ποιος θα βγει στις αγορές; Πώς αντέχω εγώ; Βασικά δεν αντέχω! Όμως, συνεχίζω να ακούω τη φωνή της συνείδησής μου, που λέει πως ο άνθρωπος έχει μεγάλες αντοχές και το παλεύω. Φουσκώνω και ξεφουσκώνω, μαζεύω δυνάμεις και μετά τις αναλώνω, και πάλι απ’ την αρχή.
Βάζω «ενέσεις
Βάζω συχνά «ενέσεις», για να είμαι ειλικρινής δεν αντέχω πάνω από οκτώ ώρες, τις ώρες που κοιμάμαι και έχω κλειστό το κινητό, να μην επικοινωνώ και να μη μαθαίνω τι συμβαίνει πίσω μου. Κι άλλοτε λέω πως θέλω την ησυχία μου, κλείνω πόρτες και παράθυρα, και τη βρίσκω ξάπλα στο κρεβάτι μέχρι τελικής… ύπνωσης! Πώς αντέχω; Αντέχω για να γράφω και να … θεραπεύομαι, εκφράζοντας αυτά που αισθάνομαι κι αυτά που βλέπω.
Αντέχω, γιατί ευτυχώς ακόμη με ανέχονται εδώ στη «Σημερινή», και μου παραχωρούν τις σελίδες μου για να γράφω. Αντέχω γιατί πλέον δεν κάνω σχέδια, δεν καταγράφω τον προϋπολογισμό του έτους, καθώς δεν ξέρω πόσα θα πληρωθώ τον επόμενο μήνα. Αντέχω γιατί λέω στον εαυτό μου πως μια ζωή την έχω, ας την περάσω τουλάχιστον ήρεμα και ήσυχα.
Ας με αφήσουν στην ησυχία μου! Αντέχω γιατί επιλέγω εγώ τους φίλους μου, τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστρέφομαι και έχω μια και μοναδική απαίτηση: «Να είναι θετικοί, όχι μίζεροι και τοξικοί, και κυρίως άνθρωποι»! Τίποτα λιγότερο, τίποτα περισσότερο.
Προκλήσεις
Το φιλοσόφησα το θέμα και κατέληξα πως οι αντοχές είναι σαν το μπαλόνι που φουσκώνει και ξεφουσκώνει, ανάλογα με τις επιθυμίες σου. Βέβαια, αν δεν δοκιμάσεις, αν δεν σπάσεις τα μούτρα σου και μετά σηκωθείς και πάλι, δεν θα μάθεις. Θα μείνεις πάντοτε με την περιέργεια, ίσως και με τη ζήλια, ότι οι άλλοι τα κατάφεραν. Είχαν αντοχές!
Είμαι σίγουρη πως και εσύ απορείς και συλλογίζεσαι. Πώς να αντιμετωπίσεις τις προκλήσεις, πώς να κρατηθείς και να μη διαλυθείς, πώς να δεις τη ζωή με άλλο μάτι. Πώς αντέχεις να είσαι εκεί πιστό στρατιωτάκι σε δύσκολες σχέσεις, σε κλειστούς γάμους, κοντά σε αποστασιοποιημένους ανθρώπους, στο γραφείο, στο σπίτι, στη ζωή σου.
Πώς αντέχεις να ακούς και να σιωπάς, να είσαι σκλάβος και αιχμάλωτος των καταστάσεων; Δεν κέρδισα το λόττο Είμαι σίγουρη πως θα σκέφτεσαι ότι «εγώ σκέφτομαι και γράφω αφ’ υψηλού», ίσως γιατί κέρδισα τον πρώτο λαχνό του λόττο, και δεν έχω καμιά ανάγκη! Αν τον κέρδιζα να είσαι σίγουρος και σίγουρη πως θα τα έκλεινα όλα και θα έκανα τον γύρο του κόσμου μέχρι να βαρεθώ! Μετά θα αγόραζα ένα σπίτι στη θάλασσα και θα την άραζα. Λοιπόν, επειδή το λόττο δεν το κέρδισα, ούτε και το χρήμα το έχω περιττό, σου λέω πως δεν είναι και πολύ δύσκολο, σίγουρα όχι και πολύ εύκολο να βλέπεις, να ακούς, να οσφραίνεσαι και να αντέχεις. Να αντέχεις όχι γιατί πρέπει, αλλά γιατί το οφείλεις στον εαυτό σου να είσαι καλά, να αισθάνεσαι ήρεμη, ήσυχη, χωρίς περιττά.
Ξεφόρτωσε τις βαλίτσες σου που ήταν μέχρι τώρα βαριές και ασήκωτες, κι άφησε μέσα μόνο εκείνα που θεωρείς πως είναι απαραίτητα. Εγώ; Τι θα φύλαγα; Δύσκολη ερώτηση! Τα πολύ αγαπημένα μου πρόσωπα θα τα στρίμωχνα, αλλά θα επέλεγα τα καλύτερα, τον Σνούπυ, τον ηλεκτρονικό μου υπολογιστή, ένα τετράδιο δημοτικού για να γράφω σημειώσεις, μια φωτογραφία των γονιών μου, ένα μικρό και σημαντικό ενθύμιο από πολύ ξεχωριστούς!
Τα πιο πολύτιμα
Όντας άνθρωπος που φοβάται να μην ξεμείνει από ρευστό και γίνει ρεζίλι, θα έχωνα όσα κρατούσα στο χέρι και θα έφευγα! Δοκίμασε και εσύ λοιπόν να κλείσεις στη δική σου βαλίτσα τα πιο πολύτιμα και σημαντικά για σένα. Ίσως είναι μια άσκηση για να σε κάνει να σκεφτείς τι πραγματικά είναι σημαντικό για σένα στη ζωή, τι έχει αξία, τι δεν αντέχεις να αποχωριστείς.
Πίστεψέ με, παρόλο που θα έχυνα μαύρο δάκρυ για τα ρούχα και τα άνετα παπούτσια μου, τα ψεύτικα κοσμήματα και τα πολύχρωμα γυαλιά μου, όντας καταναλωτικό… ον, θα τα πρόδιδα όλα για να είμαι και να αισθάνομαι καλά, ήρεμα και ήσυχα. Με υπομονή, επιμονή και κουράγιο. Μαζεύοντας, όπως τα πλεονάσματα του προϋπολογισμού, τις δυνάμεις μου, τις αντοχές μου, επικεντρωμένη όμως αυτήν τη φορά μόνο στα απόλυτα σημαντικά.
Όπως θα έλεγε κι ο Μαχάτμα Γκάντι: «Να χάνεις την υπομονή σου σημαίνει να χάνεις τη μάχη». Και εγώ δεν θέλω να χάσω καμιά μάχη, όσο δύσκολη και να ’ναι. Κι εγώ θα πρόσθετα: «Όλα τα αντέχουμε, φτάνει να έχουμε την ηρεμία και ησυχία μας!».