Hervé Falciani, ο άνθρωπος πίσω από τη λίστα Λαγκάρντ
Ο Hervé Falciani, πρώην μηχανικός συστημάτων της ιδιωτικής τράπεζας της HSBC (HBC) στη Γενεύη, τίναξε στον αέρα το τραπεζικό απόρρητο της Ελβετίας. Διέρρευσε μέσω ηλεκτρονικών μηνυμάτων λεπτομέρειες για χιλιάδες λογαριασμούς πελατών στις φορολογικές αρχές διαφόρων χωρών, οι οποίες παρενέβησαν και με τις πληροφορίες που τους έδωσε, βοήθησαν να ξεσκεπαστεί φοροδιαφυγή ύψους 200 δις ευρώ.
Η λίστα Falciani ή γνωστή ως λίστα Λαγκάρντ συζητείται από σήμερα στην Επιτροπή Οικονομικών της Βουλής, όπου ο Υπουργός Οικονομικών κ. Χάρης Γεωργιάδης ανέφερε πως η λίστα ανήκει στην κατηγορία υψηλού ρίσκου «χωρίς αμφιβολία». Είμαστε αποφασισμένοι να ακολουθήσουμε την οδό του αξιόπιστου χειρισμού, ανέφερε ο Υπουργός, προσθέτοντας ότι δεν αποτελεί απλώς πολιτική απόφαση, αλλά υποχρέωση που προκύπτει από τη νομοθεσία.
Λεπτομερής έλεγχος
Είπε ακόμη ότι με οδηγίες του Εφόρου Φορολογίας έχει ξεκινήσει ο λεπτομερής έλεγχος των ακατέργαστων στοιχείων, επισημαίνοντας πως μέσα από τη διαδικασία θα προκύψει ίσως και μια ένδειξη για το ενδεχόμενο εισπρακτικό όφελος για τα δημόσια ταμεία, από οφειλόμενη φορολογία. Σύμφωνα με τον Υπουργό, υπάρχουν περιπτώσεις όπου δεν φαίνονται ποσά κατάθεσης και θα πρέπει να υπάρξει περαιτέρω επικοινωνία με τις Γαλλικές Αρχές, ώστε να διευκρινιστεί αν πρόκειται για φορολογικό κάτοικο Κύπρου.
Τη λίστα Λαγκάρντ αποκάλυψε το 2010 ο 40χρονος την εποχή εκείνη υπάλληλος, ιταλογαλλικής καταγωγής, που υπέκλεψε χιλιάδες αρχεία με προσωπικά δεδομένα καταθετών της HSBC από πολλές χώρες του κόσμου. Όλοι αυτοί οι πελάτες είχαν κρυφές καταθέσεις στην Ελβετία. Όταν οι Ελβετοί ζήτησαν από τις γαλλικές αρχές να τον συλλάβουν, οι Γάλλοι πήραν τη λίστα και άρχισαν να αναζητούν τους δικούς τους φοροφυγάδες! Ο Falciani σπούδασε χειριστής, εγκαταστάτης και αναλυτής συστημάτων ηλεκτρονικών υπολογιστών και η συνεργάτης του, Γαλλολιβανέζα Τζορτζίνα Μίκαελ (με την οποία είχε ερωτική σχέση, συγκατοίκηση, συνεργασία και παράνομη συμβίωση) ξεκίνησαν μαζί μια τολμηρή «περιπέτεια» με ισχυρή βάση τη «Βάση Δεδομένων» που ο Φαλτσιανί είχε «αποκτήσει».
Έβλεπε σοβαρά προβλήματα
Ξεκίνησε την καριέρα του στην HSBC του Μονακό και στη συνέχεια μετακόμισε στη Γενεύη, όπου η HSBC του ανέθεσε να δημιουργήσει ένα ηλεκτρονικό σύστημα διαχείρισης εγγράφων για λογαριασμό της ελβετικής ιδιωτικής τράπεζας. Όπως δήλωσε σε παλαιότερες συνεντεύξεις του, «από κάποιο καιρό, άρχισα να βλέπω σοβαρά προβλήματα.
Η τράπεζα δούλευε κυρίως για να προστατέψει τη δική της κερδοφορία ενώ έκανε τα στραβά μάτια στη φοροδιαφυγή και το ξέπλυμα χρήματος – τα οποία, με τη σειρά τους, συνδέονταν συχνά με εγκληματική δραστηριότητα και με τρομοκρατία. Ο Falciani ισχυρίστηκε ότι επιχείρησε να περάσει τις πληροφορίες στις Ελβετικές Αρχές, αλλά δεν το έκανε επειδή δεν θα συμφωνούσαν να προστατεύσουν την ανωνυμία του. Ο Falciani ανέφερε ότι επικοινώνησε με τις Μυστικές Υπηρεσίες άλλων χωρών.
Προσπάθησε να πουλήσει
Η ιστορία πήρε περίεργη τροπή το Φεβρουάριο του 2008, όταν ο Falciani πέταξε στο Λίβανο και συναντήθηκε εκεί με τους εκπροσώπους των τοπικών τραπεζών, λέγοντάς τους ότι εργάστηκε για μια εταιρεία ασφάλειας υπολογιστών και ήθελε να τους προειδοποιήσει για τα προβλήματα ασφαλείας των ελβετικών τραπεζών. Ο Falciani είχε αναφέρει ότι ήλπιζε οι τράπεζες να αρχίσουν να ανησυχούν για την κατάσταση και να ασκήσουν πιέσεις στην ελβετική κυβέρνηση να κάνει αλλαγές. Συνάδελφός του από την HSBC που τον συνόδευε έχει πει ότι ο Falciani προσπάθησε να πουλήσει τις πληροφορίες στις λιβανέζικες τράπεζες, κάτι που ο ίδιος αρνήθηκε. Οι ελβετικές Αρχές έμαθαν για το ταξίδι και άρχισαν να ερευνούν την υπόθεση Falciani. Στο μεταξύ, εκείνος άρχισε να μοιράζεται τα στοιχεία των λογαριασμών στην HSBC με τις Αρχές άλλων χωρών, όπως η Βρετανία, η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και οι ΗΠΑ, ενώ φοβούμενος τη σύλληψη, κατέφυγε στη Γαλλία.
Αποδέχτηκε μια θέση ως ερευνητής εφαρμοσμένων μαθηματικών στη Γαλλία, οπότε και ενημερώθηκε πως θα βρισκόταν σε κίνδυνο αν παρέμενε στη χώρα. Αποφάσισε να διαφύγει στην Ισπανία και συνελήφθη στα σύνορα με ελβετικό ένταλμα. Ωστόσο, το Εθνικό Δικαστήριο της Ισπανίας αρνήθηκε να τον εκδώσει, λέγοντας ότι οι πράξεις του «δεν θεωρούνται αδικήματα στην Ισπανία».
Οι δημοσιογράφοι αποκάλυψαν
Η ιστορία είδε το φως της δημοσιότητας από τους δημοσιογράφους Νταβίντ Γκοτιέ-Βιλλάρ και Ντέμπορα Μπολ – ή και τις πληροφορίες που διέρρευσαν και έφτασαν στα χέρια τους – και το άρθρο τους που δημοσιεύτηκε στις 8 Ιουλίου του 2010 στη εφημερίδα «Γουόλ Στριτ Τζέρναλ» . Το email είχε σταλεί από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές του Ερβέ Φαλτσιάνι και της Τζορτζίνα Μίκαελ.
Ο Falciani παραδέχεται ότι προσέγγισε διάφορες ξένες υπηρεσίες στην προσπάθειά του να εκθέσει τις αδυναμίες στα συστήματα ασφάλειας των τραπεζών και ότι βοήθησε την Τζορτζίνα Μίκαελ να έρθει σε επαφή με τη Γερμανία και τη Βρετανία. Οι Βρετανοί απαντούν κατηγορηματικά ότι δεν έλαβαν κανένα σχετικό ηλεκτρονικό μήνυμα, και οι Γερμανοί αρνήθηκαν να προβούν σε οποιοδήποτε σχόλιο. Μεγάλος κερδισμένος είναι η Γαλλία.
Ανάμεσα στα ονόματα τον φοροφυγάδων που αναγκάστηκαν να πληρώσουν ήταν η Λιλιάν Μπέτενκουρτ, βασική μέτοχος της εταιρίας ειδών ομορφιάς, l’ Oréal, ο Ζαν – Σαρλ Μακιάνι, στενός συνεργάτης του πρώην Γάλλου υπουργού Εσωτερικών, Σαρλ Πασκουά, ο Εμίλιο Μποτίν, διευθύνων σύμβουλος της Santander Bank, της Ισπανίας και ο Iταλός σχεδιαστής ρούχων, Valentino.
Εκπρόσωποι της HSBC ισχυρίζονται ότι ο υπάλληλος της τράπεζάς τους αντέγραψε απόρρητα αρχεία υπεξαίρεσε αυτά τα αρχεία υποπίπτοντας στο αδίκημα παραβίασης του αυστηρότερου νόμου που υπάρχει στον κόσμο. Το μέγεθος και οι τεράστιες επιπτώσεις της υπόθεσης των απορρήτων τραπεζικών στοιχείων της τράπεζας HSBC δημιούργησε προβληματισμούς στη 2 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ελβετική τραπεζική βιομηχανία.
Να σημειώσουμε πως τα μηνύματά στάλθηκαν μέσα στο 2008 σε Οικονομικά Υπουργεία, Αρχές Δίωξης της φοροδιαφυγής, στελέχη οικονομικών επιτελείων κυβερνήσεων, εφόρους, φοροτέχνες, οικονομικούς αναλυτές, ειδικευμένους αστυνομικούς στην Ευρώπη και άλλες χώρες του κόσμου και προκάλεσαν τεράστια αναστάτωση Το ηλεκτρονικό του μήνυμα ανέφερε πως ο αποστολέας ήταν σε θέση να προμηθεύσει τον επίσημο ενδιαφερόμενο κρατικό λειτουργό με μια τεράστια «λίστα πελατών» μιας ιδιωτικής τράπεζας, με έδρα την Ελβετία αλλά και πρόσβαση στα πληροφοριακά της συστήματα.
Και η Κύπρος στη λίστα
Τον περασμένο Φεβρουάριο η εφημερίδα «Πολίτης» αποκάλυψε πως από την πρώτη επεξεργασία των δεδομένων των κυπριακών εγγραφών στη λίστα, προκύπτει ότι μόνο δύο αφορούν σε φυσικά πρόσωπα. Αντίθετα, η συντριπτική πλειονότητα των εταιρειών που εμφανίζονται στη λίστα είναι εταιρείες υπό δικαιοδοσία των Βρετανικών Παρθένων Νήσων (BVI Business Company) και η σχέση με την Κύπρο προκύπτει από το γεγονός ότι εμφανίζουν διευθύνσεις αλληλογραφίας εντός της χώρας, οι οποίες στη συντριπτική τους πλειοψηφία ανήκουν σε δικηγορικά και λογιστικά γραφεία και εταιρείες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. Η εταιρεία συμβουλευτικών υπηρεσιών που εμφανίζεται τις περισσότερες φορές εδρεύει στη Λεμεσό.
Επίσης στον κατάλογο περιέχονται, ως αυτόνομες οντότητες, δύο δικηγορικά γραφεία, και δύο εταιρείες παροχής υπηρεσιών. Επίσης στη λίστα εντοπίστηκε εταιρεία υπό δικαιοδοσία Βρετανικών Παρθένων Νήσων. Υπό κυπριακή δικαιοδοσία, με τη μορφή ιδιωτικής εταιρείας, εμφανίζονται τρεις εταιρείες. Τα δικηγορικά και λογιστικά γραφεία και εταιρείες παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών που εμφανίζονται στη λίστα κάτω από την εγγραφή complete address (πλήρης διεύθυνση) και μέσω των οποίων προκύπτει η διασύνδεση με την Κύπρο ανέρχονται σε περίπου σε 45.
Επιμέλεια: Χ.Α.