Aλήθεια πού βρίσκομαι και πού πάω!
Tης Χρύσως Αντωνιάδου
Oι μάσκες πέφτουν μια – μια. Οι μασκαρεμένοι και μακιγιαρισμένοι παλιάτσοι, που δεν αναγνώριζες τα πρόσωπά τους, άρχισαν να αποκαλύπτονται. Σίγουρα όχι όλοι. Ίσως και να μην είναι οι πρωταγωνιστές του θιάσου «Eλάτε να τα φάμε». Πιθανόν να είναι οι κομπάρσοι. Ο θίασος είναι μεγάλος και έχει μεγάλη ιστορία, βαθιές ρίζες.
Οι μάσκες καλύπτουν ακόμη τα ψεύτικα πρόσωπα που είναι χωμένα μέχρι τα μπούνια στην κηρύθρα με το μέλι. Γυρνώ απότομα και βλέπω το πρόσωπό μου στον καθρέφτη. Αλήθεια «πού βρίσκομαι και πού πάω;». Σε ποια κοινωνία ζω και για ποια κοινωνία θα ήμουν περήφανη να μιλώ, όταν ασπρίσουν ακόμη λίγο τα μαλλιά μου;
Σκέφτομαι τους στόχους της χρονιάς, καταβάλλω προσπάθειες να τους γράψω στο χαρτί αλλά δεν μπορώ να συγκεντρωθώ.
Σκέφτομαι τους στόχους ενός εξαμήνου, ενός έτους και συλλογίζομαι αν θα μπορώ να σηκώνομαι, με την ίδια άνεση κάθε πρωί, να στέκομαι στα πόδια μου, ν’ αγναντεύω τη μαγεία της φύσης έξω από το παράθυρό μου και τη χαρά πως είμαι ακόμη ζωντανή.
«Εσύ, πού ήσουνα στην κρίση;», συλλογιέμαι, ένα μότο που νομίζω πως θα με συντροφεύει για καιρό, ίσως για χρόνια. «Εγώ, πού ήμουνα στην κρίση;». Αλλάζει η χρονιά και κάμνω την αυτοκριτική μου. «Πού ήμουνα;»
Εγώ πού ήμουνα;
Και μετά ήλθε το «κούρεμα». Το περίμενα, ήμουν σίγουρη πως μετά από μεγάλα γλέντια, έρχονται οι ανατροπές. Και εκεί λοιπόν, αποδεχόμενη την κατάσταση, είπα για πρώτη φορά «ό,τι θέλει ας γίνει!».
«Εσύ λοιπόν πού ήσουνα στην κρίση;». Είχες εξασφαλισμένο μισθό με μπόνους και ωφελήματα – τα πήρες με τον κόπο σου, δεν σου τα χάρισαν! – μια πολυτελή κατοικία, ένα μεγάλο εξοχικό και δάνεια, δάνεια, δάνεια… Ήθελες να αντιγράψεις τον γείτονα που τα είχε από χρόνια, αυτόν που τα κατάφερε, που ήταν ήδη επιτυχημένος.
Εσύ, πού ήσουνα;
Εσύ πάλι; Κατάφερνες για χρόνια να τους κοροϊδεύεις όλους, να κάνεις ένα όνομα, να αποκτήσεις περιουσία στο εξωτερικό, κινητά και ακίνητα, και να έχεις τους πάντες να γονατίζουν στα πόδια σου. Πώς τα κατάφερες!
Κάποτε με ερωτούν πως μπορώ να παντρεύω την οικονομία με την ψυχολογία, τους αριθμούς με τα συναισθήματα. Μόνο η καρδιά ξέρει! Και μόνο αυτή μπορεί να σε προστάζει να τα αφήσεις όλα πίσω σου και να προχωρείς με ένα χαμόγελο και μια χαρούμενη καλημέρα.
Αλήθεια πώς πέρασε άλλος ένας χρόνος! Τα κόμματα σερβίρουν στο πιάτο νέες λύσεις, πιστεύοντας πως ο λαός θα της φάει και πάλι, θα τις χωνέψει μέχρι να του σερβίρουν το επόμενο γεύμα. Ξέχασαν πως οι αποφάσεις τους τα τελευταία χρόνια είναι βαριές για το στομάχι και καταλήγουν σε εγκεφαλικά και καρδιακά επεισόδια.
Πάει άλλος ένας χρόνος, κι ακόμη ψάχνονται για τους υπαίτιους της χρηματοοικονομικής κρίσης, τού ξηλώματος του τραπεζικού συστήματος και του κουρέματος. Περνά ο καιρός και κοντεύουμε να ξεχάσουμε και πάλι. Βουλιάζουμε, όπως όταν πιάνουν οι μεγάλες καταιγίδες. Παραμένουμε ακόμη στο μεγάλο και στο πολύ, περιμένοντας να επιστρέψουμε στις παλιές εποχές των παχέων αγελάδων. Δεν καταλάβαμε ακόμη ότι οι … ιερές αγελάδες μάς άφησαν χρόνους ένα πρωί, κι όλοι εμείς οι μακάριοι οι ζώντες, δεν θα γευτούμε ξανά τη γλύκα των δώρων τους.
Πέρασε άλλος ένας χρόνος. Άλλοι έχασαν τις δουλειές τους και περιμένουν με αγωνία το ανεργιακό επίδομα. Και μετά; Υπάρχει και μετά και αύριο και μια οικογένεια με πέντε παιδιά. Ποιος νοιάζεται;
Στο ίδιο έργο θεατές
Οι πολιτικοί διαθέτουν τόσο μικρό ανάστημα που δεν μπορούν να δουν παρά μόνο τον εαυτό τους, το προσωπικό τους συμφέρον και ίσως κάποτε και το συμφέρον τού κόμματός τους για να μπορούν να έχουν μια θέση στο ψηφοδέλτιο ή να εκλέγονται στα αρμόδια όργανα…
Ανακυκλώνονται στο ίδιο, ή στο παράλληλο έργο θεατές, υπηρέτες των ισχυρών. Ακούς τις δηλώσεις περί εξυγίανσης του δημοσίου βίου, και σκέφτεσαι πως δεν θα σου μείνει τρίχα στην κεφαλή! Οι τράπεζες παραμένουν εκεί, ιστορικά μνημεία μιας άλλης εποχής. Αρκετοί νέοι φεύγουν για το εξωτερικό, αναζητώντας μια καλύτερη ζωή, μια ζωή που δυστυχώς δεν κατάφερε η μικρή πατρίδα να τους δώσει. Ένα αξιοπρεπή μισθό και μια αξιοπρεπή παρουσία στην κοινωνία.
Δεν έχασα την ελπίδα μου, είμαι σίγουρη πως θα τα καταφέρουμε και πάλι. Ακόμη κι αν χρειαστεί να ξηλώσουμε τη ζωή μας, ν’ αναθεωρήσουμε τις προτεραιότητές μας, να βάλουμε στο πίσω μέρος του μυαλού μας εκείνα τα πολλά υλικά αγαθά που πιστεύαμε πως αναβάθμιζαν το στάτους μας, έκαναν καλύτερη τη ζωή μας, βελτίωναν τις σχέσεις μας και μας έδιναν… μια υπόσταση.
Είμαι σίγουρη πως θα τα καταφέρουμε. Τουλάχιστον εγώ λέω πως το παλεύω. Κοιτάω το πρόσωπό μου κάθε πρωί στον καθρέφτη, εμφανίστηκαν οι βαθιές ρυτίδες κάτω από τα μάτια αλλά ακόμη κι αυτές μου αρέσουν, γιατί είμαι εγώ. Ίσως γιατί πια έχω την εντύπωση, πως έψαξα και βρήκα το αληθινό μου πρόσωπο, με όλες τις φοβίες, τις ανασφάλειες, τα συν και τα πλην, τους εγωισμούς και τις εμμονές, τα θετικά και τα αρνητικά.
Μια νέα χρονιά
Μια νέα χρονιά μπήκε, με το δεξί ή το αριστερό, κανένας δεν ξέρει ούτε μπορεί να προβλέψει. Τι να πεις και τι να κρίνεις; Eκείνο που σκέφτομαι και γράφω, πάντοτε με το χέρι στην καρδιά, που την προσέχω, μπας και χαλάσει καμιά βαλβίδα και τρέχω για επισκευή, είναι πως η νέα χρονιά δεν θα είναι μίζερη, αποπνικτική, καταπιεστική γιατί δεν θα της το επιτρέψω.
Ακόμη κι αν οι πραμάτειες στα ντουλάπια και τις γκαρνταρόμπες παραμείνουν οι ίδιες γιατί δεν υπάρχουν χρήματα για να τις αντικαταστήσω, ακόμη κι αν ξεμείνω από χρήμα, ή οι λογαριασμοί μου συνεχίσουν να χτυπούν κόκκινο, είμαι σίγουρη πως θα τα καταφέρω. Αφήστε, λοιπόν, τα κλάματα και τις μιζέριες, ειδικά εσείς που δεν σας άγγιξε ούτε μια τρίχα το «κούρεμα» του Γερούν και το μαγικό ραβδί της Ντέλιας, και δείτε τη ζωή με άλλο μάτι, πιο καθαρά.
Το μεγαλύτερο θαύμα της ζωής είναι η ίδια η ζωή, ξεχαρβαλωμένη, ταλαιπωρημένη, κομματιασμένη, αλλά ζωή!
Καλή χρονιά, πολλά χαμόγελα και κρατήστε στην καρδιά σας μια φράση του Άγγλου τραπεζίτη, πολιτικού και βιολόγου Τζον Λούμποκ, που με συγκίνησε: «Κάθε μέρα είναι και μια μικρή ζωή».