Η …καλή λύση μιας «κακής» τράπεζας
Της Χρύσως Αντωνιάδου
Η Κύπρος ολοκλήρωσε την έξοδο από το μνημόνιο και την επιστροφή της στις διεθνείς αγορές. Ο Υπουργός Οικονομικών Χάρης Γεωργιάδης αισθάνεται δικαιωμένος και περήφανος για την επιτυχία της χώρας.
Ωστόσο, ούτε οι κυπριακές τράπεζες πρέπει να είναι ευτυχείς, ούτε οι επιχειρήσεις, ούτε οι ιδιώτες, καθώς η μεγάλη «τρύπα» στους ισολογισμούς των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων ακούει στο όνομα «μη εξυπηρετούμενα δάνεια» και θα συνεχίσει για χρόνια να αποτελεί τον μεγαλύτερο βραχνά για το σύστημα και την οικονομία γενικότερα.
Το μεγάλο βαρίδι των «κόκκινων» δανείων δένει τα χέρια των τραπεζών και δεν τους επιτρέπει να αναπνεύσουν ούτε στιγμή, καθώς κάθε φορά που ετοιμάζονται να χαλαρώσουν την πιστωτική τους πολιτική και να ανοίξουν τη στρόφιγγα των χορηγήσεων, βρίσκονται μπροστά στη δαμόκλειο σπάθη του ευρωσυστήματος ή ορθότερα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.
Στερούνται ρευστότητας
Οι επιχειρήσεις στερούνται ρευστότητας και δεν είναι σε θέση να πάρουν ανάσα, ακόμη κι αυτές που δεν έχουν φορτωθεί με «κόκκινα» δάνεια και οι ιδιώτες, είτε είναι εκτεθειμένοι στα ΜΕΔ είτε δεν μπορούν να εξασφαλίσουν χορηγήσεις, εξαιτίας της αυστηρής πολιτικής των τραπεζών.
Η μόλις πρόσφατη ανακοίνωση του διεθνούς οίκου αξιολόγησης Fitch Ratings δεν μπορεί παρά να είναι ανησυχητική, άκρως ανησυχητική, καθώς επαναφέρει ένα θέμα για το οποίο ο χρηματοπιστωτικός τομέας δεν θα απαλλαγεί εύκολα. Η Κύπρος διατηρεί την πρωτιά στα «κόκκινα» δάνεια με ποσοστό 47,4%.
Οι διαπιστώσεις του Fitch αποκτούν ακόμη μεγαλύτερη βαρύτητα, καθώς ο οίκος θεωρεί πως «υπάρχουν ουσιαστικά εμπόδια στη δημιουργία μιας πανευρωπαϊκής “κακής” τράπεζας (Bad Bank) ή εταιρείας διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων (AMC), η οποία θα διαχειριστεί τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια των τραπεζών (NPLs)».
Η διαπίστωση του οίκου ότι «μια πανευρωπαϊκή AMC θα μπορούσε να έχει θετικό αντίχτυπο στα τραπεζικά συστήματα χωρών με μεγάλους όγκους μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs), βοηθώντας τις τράπεζες να καθαρίσουν τους ισολογισμούς τους και να μειώσουν την αστάθεια των εσόδων τους από ζημιές επισφαλών δανείων, κάτι που θα είναι προς όφελος των senior πιστωτών» επαναφέρει στο προσκήνιο την πρόταση για δημιουργία Bad Bank τύπου Ιρλανδίας και στην Κύπρο.
Πρόταση ραμμένη για την Κύπρο
Ιδιαίτερης αναφοράς αξίζει το σημείο ότι «πιο εφικτή προσέγγιση στη δημιουργία AMC σε σύντομο χρονικό διάστημα μπορεί να είναι ένα “ευρωπαϊκό σχέδιο” που θα εφαρμοστεί σε εθνικό επίπεδο».
«Ένα τέτοιο σχέδιο θα μπορούσε να βοηθήσει τις χώρες με υψηλά επίπεδα μη εξυπηρετούμενων δανείων να διαχειριστούν την περιπλοκότητα της ευρωπαϊκής οδηγίας για την ανάκαμψη και εξυγίανση των τραπεζών και του πλαισίου της ΕΕ για τις κρατικές ενισχύσεις», υπογραμμίζει ο οίκος.
Στο πλαίσιο αυτής της προσέγγισης, σύμφωνα με τον Fitch, μια AMCs θα μπορούσε να συσταθεί σε εθνικό επίπεδο, με κρατικά κεφάλαια ή άλλη κρατική στήριξη.
Ωστόσο, το μεγαλύτερο εξίσου βασανιστικό ερώτημα, που δεν διαφεύγει από το μυαλό όσων προσδοκούν στη δημιουργία μιας τέτοιας τράπεζας είναι αυτό που θέτει σε μια και μόνο πρόταση ο Fitch:«Ανάλογα με το μέγεθος και τη φύση της, η κρατική στήριξη θα μπορούσε να αυξήσει την πίεση στα δημόσια οικονομικά ορισμένων κρατών, ειδικά αν αυτή η στήριξη θα επιδεινώσει το δημόσιο χρέος».
Κυπριακή ΝΑΜΑ
Πόσο δύσκολη μπορεί να είναι η σύσταση μιας Εθνικής Υπηρεσίας Διαχείρισης Ενεργητικού (ΝΑΜΑ) για μια χώρα όπως η Κύπρος;
Το πρόβλημα των ΜΕΔ είναι από μόνο του ένα δύσκολο και εξαιρετικά πολύπλοκο ζήτημα, καθώς παρά τις προσπάθειες που καταβάλλονται από το 2013 και μετά για τη μείωση των προβληματικών δανείων, τα αποτελέσματα δεν είναι ούτε επιθυμητά ούτε αρεστά.
Οι συσσωρευμένες ζημιές απομείωσης για τα NPLs που βρίσκονται στους ισολογισμούς των τραπεζών του συστήματος ανέρχονται σε ψηλά επίπεδα ενώ τα καθαρά μη εξυπηρετούμενα δάνεια (εκτός των προβλέψεων) ανέρχονται σε ένα ποσοστό πάνω από το 90% του ΑΕΠ στην Κύπρο.
Οι εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας είναι πως η ίδρυση τέτοιων εταιρειών διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων μπορεί επιταχύνουν τη διαδικασία ανάκτησης των NPLs, αποφεύγοντας δυσμενείς μακροοικονομικές επιπτώσεις. Ωστόσο, η επιτυχία τους στην πώληση εμπορικών ακινήτων και γης δεν είναι δεδομένη σε μια χώρα, όπως η Κύπρος, που τα επιχειρηματικά δάνεια αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος των αποθεμάτων των ΜΕΔ. Και στην Κύπρο το μεγαλύτερο πρόβλημα παρουσιάζεται στον ευρύτερο τομέα των ακινήτων, εκεί που τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια φθάνουν σχεδόν στο 80%.
Το success story αποτυγχάνει
Με το ένα πόδι στις διεθνείς αγορές, εκτός της μνημονιακής σύμβασης, και με άλυτα τα προβλήματα των μεταρρυθμίσεων που εισηγήθηκαν οι δανειστές, η Kύπρος με τη success story της βρίσκεται κάτω από αυξανόμενες πιέσεις για να φροντίσει διεξοδικά και με περισσότερη σοβαρότητα τα προβληματικά δάνεια των κυπριακών τραπεζών. Ωστόσο, το βάθος και η περιπλοκότητα καθιστά το θέμα δυσκολότερο και οδηγεί τη χώρα σε κρίση μεγαλύτερης διάρκειας. Μια κρίση που εκτιμάται πως θα επιδεινωθεί τους προσεχείς μήνες, εκτός θετικών απροόπτων εξελίξεων, καθώς η χώρα εισέρχεται σε προεκλογική περίοδο.
Η υλοποίηση των στόχων της εξόδου στις διεθνείς αγορές δεν είναι ούτε και θα είναι αρκετά για τα επόμενα χρόνια. Οι κυπριακές τράπεζες και γενικότερα το χρηματοοικονομικό σύστημα της Κύπρου, όποιους χειρισμούς και να κάνει θα βρίσκει το θέμα μπροστά του, τα επόμενα χρόνια.
Οι νομοθεσίες που ενέκρινε η Κυπριακή Βουλή, τα μέτρα που έλαβαν και λαμβάνουν οι τράπεζες και οι παραινέσεις που προέρχονται από διάφορα εποπτικά όργανα δεν είναι, ούτε θα είναι αρκετά για να αντιμετωπίσουν τη μεγάλη πληγή που στάζει ακόμη αίμα…
Το παράδειγμα της ΝΑΜΑ (National Asset Management Agency) που κατάφερε να διαχειριστεί τα NPLs στην Ιρλανδία δεν βρήκε την ανάλογη ανταπόκριση και πρόσφορο έδαφος και στην Κύπρο, όταν προτάθηκε. Έτσι τα προβληματικά δάνεια που έχουν εκτιναχθεί στα εξαιρετικά ψηλά επίπεδα σε επίπεδο ομίλων δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν μεμονωμένα αλλά μόνο συλλογικά.
Το ιρλανδικό μοντέλο
Η εμπειρία της Ιρλανδίας είναι σημαντική όχι μόνο όσον αφορά τα κριτήρια βάσει των οποίων μπορεί ένας δανειολήπτης να υπαχθεί σε καθεστώς προστασίας, αλλά και σε σχέση με τις πρακτικές που υιοθετήθηκαν για την πώληση των προβληματικών δανείων.
Μια κυπριακή τύπου ΝΑΜΑ θα μπορούσε να παρέχει τη δυνατότητα σε υποψήφιους αγοραστές κατοικιών να τις αγοράσουν, προκαταβάλλοντας μόλις το 30% της αξίας τους και εξοφλώντας το υπόλοιπο 70% σε 5 – 7 έτη.
Αυτό το μοντέλο πίστωσης από τον ιδιοκτήτη (vendor finance) θα μπορούσε να εφαρμοσθεί κυρίως για αγορά στεγαστικών, και για άλλου είδους δανείων.
Τι μπορεί να κερδίσει η Τράπεζα από μια τέτοια διευθέτηση; Το δάνειο μετά την πώληση καθίσταται ενήμερο και η τράπεζα μπορεί να λάβει ρευστότητα. Το ιρλανδικό μοντέλο μπορεί να παρέχει, την ευχέρεια στον αγοραστή να μειώσει την αξία αγοράς του ακινήτου που κατέληξε στη NAMA ως αποτέλεσμα μη εξυπηρετούμενου δανείου αν η εμπορική του αξία υποχωρήσει στο διάστημα της 5ετίας ή 7ετίας μέχρι την πλήρη εξόφλησή του.
Στελέχη της αγοράς διατυπώνουν τις αμφιβολίες τους κατά πόσον θα υπάρξουν υποψήφιοι αγοραστές οι οποίοι θα είναι έτοιμοι να αγοράσουν προβληματικά δάνεια στην ονομαστική τους αξία, και να προσελκυστούν μόνο και μόνο από τη μικρή προκαταβολή. Οι δυσκολίες διπλασιάζονται επίσης και σε σχέση με την κατάλληλη τιμή για τα ΜΕΔ. Οι επενδυτές θέλουν μεγάλη έκπτωση για να αντισταθμίσουν χρονοβόρες διαδικασίες των δικαστηρίων και δυσκολίες στην ανάκτηση των εξασφαλίσεων που έχουν τα δάνεια.
Να σημειωθεί ότι η ιρλανδική ΝΑΜΑ αγόρασε με discount 57% όλα τα προβληματικά δάνεια των ιρλανδικών τραπεζών.
Ο Χάρης σκεφτικός…
Ο Υπουργός Οικονομικών, παρόλο που δηλώνει πως η Κυβέρνηση είναι έτοιμη να προωθήσει εισηγήσεις για την αντιμετώπιση του προβλήματος των ΜΕΔ στον τραπεζικό τομέα, παρουσιάζεται ιδιαίτερα σκεπτικός σε σχέση με τη δημιουργία μιας κυπριακής ΝΑΜΑ. «Η δημιουργία κακής τράπεζας ή εταιρείας διαχείρισης προβληματικών δανείων είναι μια προοπτική που για να υλοποιηθεί απαιτεί συγκεκριμένες προϋποθέσεις και θα έχει όφελος μόνο κάτω υπό ορισμένες συνθήκες» δήλωνε πρόσφατα.
Βέβαια, ο Υπουργός θεωρεί πως μια τέτοια εταιρεία διαχείρισης προβληματικών δανείων, δεν μπορεί ούτε να απαλλάξει τον δανειολήπτη από τις υποχρεώσεις του, ή ακόμη και να αίρει την υποχρέωση της ανάγκης για επίτευξη βιώσιμων αναδιαρθρώσεων.
Όμως και από πλευράς κομμάτων υπάρχει μια ιδιαίτερη ευαισθησία στο θέμα καθώς θεωρούν πως τα «κόκκινα» δάνεια θα πρέπει να παραμείνει ένα θέμα των τραπεζών και όχι των φορολογούμενων πολιτών. Και έρχονται και εκλογές.
Κεφαλαιακά χτυπήματα
Πάντως, η εμπειρία έχει καταδείξει πως μια «κακή» τράπεζα μπορεί να είναι πολύ ψυχρή με μη δημοφιλείς αποφάσεις, όπως η ρευστοποίηση επιχειρήσεων και η κατάσχεση οικιών, και πιο αποτελεσματική στην είσπραξη χρημάτων από τους οφειλέτες.
Οι επικριτές των «κακών» τραπεζών υποστηρίζουν ότι αυτές επιβαρύνουν με απώλειες τούς φορολογούμενους, καθώς οι τράπεζες δέχονται συχνά μεγάλα κεφαλαιακά χτυπήματα όταν τα δάνεια μεταφέρονται σε εξαιρετικά χαμηλές τιμές. Ένα κράτος μπορεί να δαπανήσει δισεκατομμύρια ευρώ αγοράζοντας περιουσιακά στοιχεία και ανακεφαλαιοποιώντας τις τράπεζες την ίδια στιγμή, ελπίζοντας να ανακτήσει τις δαπάνες του στο πέρασμα πολλών ετών. Οι κακές τράπεζες μπορούν επίσης να κοστίσουν εκατομμύρια σε πληρωμές στησίματος και συμβουλών, και εάν τα περιουσιακά στοιχεία κοστολογηθούν λάθος, μπορεί να επιτρέψουν στα hedge funds να οικειοποιηθούν τα κέρδη μιας ανάκαμψης.